H Aμερική φαίνεται να είναι έτοιμη να διαλύσει ξανά τη δυτική συμμαχία. Αυτή τη φορά όμως μπορεί να είναι πολύ χειρότερα.
Με το αποτέλεσμα της κάλπης των αμερικανικών εκλογών να είναι πλέον θέμα ωρών εάν όλα κυλήσουν ομαλά, κορυφαία στελέχη στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προσπαθούν να προετοιμαστούν για την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Πολιτικοί αναλυτές και δημοσκόποι που εργάζονται για κυβερνήσεις σε όλη τη γηραιά ήπειρο βλέπουν όλο και περισσότερο τον Ρεπουμπλικανό πρώην πρόεδρο να είναι έτοιμος για μια από τις πιο εκπληκτικές επιστροφές στην ιστορία, γράφει το Politico.
Κανένας φυσικά δεν πιστεύει ότι η υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος, Αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις, δεν έχει πιθανότητες, αλλά η εκλογή της θα ήταν σε μεγάλο βαθμό μια συνέχεια του status quo.
Μια νίκη του Τραμπ θα έστελνε ένα «τσουνάμι» πανικού σε μια ήπειρο δίχως πηδάλιο που ήδη αγωνίζεται να πλοηγηθεί στους δύο πολέμους στην περιφέρειά της. Επιπλέον, μία επιστροφή Τραμπ θα ενθάρρυνε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, θα πυροδοτούσε ενδεχομένως έναν καταστροφικό εμπορικό πόλεμο και θα έφερνε κλίμα πολιτικού διχασμού σε ολόκληρη την ήπειρο.
Δεν είναι μόνο η Ευρώπη που εμφανίζεται ιδιαίτερα αδύναμη αυτή τη στιγμή, με μια οικονομία που τρίζει και ηγέτες που βλέπουν τη δημοτικότητά τους να καταποντίζεται σε Γερμανία και Γαλλία. Αλλά και ο Τραμπ θα αναδυόταν πολύ πιο ισχυρός και θα το έδειχνε στις συνόδους κορυφής του ΝΑΤΟ και στις διεθνείς συνόδους.
Εφόσον επανεκλεγεί, θα έχει αποδεσμευτεί από τους Αμερικανούς αξιωματούχους που προσπάθησαν να τον συγκρατήσουν κατά την πρώτη του θητεία. Επιπλέον, ο πρόεδρος που κάποτε αναφερόταν στην ΕΕ ως έναν από τους «μεγαλύτερους εχθρούς» της Αμερικής θα κοιτούσε πιθανότατα πέρα από τον Ατλαντικό.
«Μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα ήταν διαφορετική», λέει η Λέσλι Βινζαμούρι, διευθύντρια προγράμματος ΗΠΑ και Αμερικής στο βρετανικό think tank Chatham House. «Ξέρει τώρα ποιος πιστεύει ότι τον αδίκησε τόσο στη διεθνή σκηνή όσο και στο εσωτερικό και έχει επεξεργαστεί με την ομάδα του κάποια σχέδια για το πώς να τους αποδυναμώσει».
Ισχυροποίηση Πούτιν
Μετά την πρώτη εκλογή του Τραμπ το 2016, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορούσαν να παρηγορηθούν πως ό,τι κι αν συνέβαινε πέρα από τον Ατλαντικό, η ίδια η ευρωπαϊκή ήπειρος ήταν ένα νησί σταθερότητας, ασφαλές υπό την καθοδήγηση της τότε πανίσχυρης Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.
Αυτή την φορά, η ευρωπαϊκή ηγεσία απουσιάζει σε μεγάλο βαθμό. Ο διάδοχος της Μέρκελ, Όλαφ Σολτς, μετά βίας κρατά τον συνασπισμό του ενωμένο, ενώ ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει περιοριστεί από την ακροδεξιά.
Εν τω μεταξύ, οι πόλεμοι σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή εξαντλούν τους δυτικούς στρατιωτικούς και οικονομικούς πόρους και χωρίς τη συνέχιση της υποστήριξης από την Ουάσιγκτον, υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα για το πόσο ακόμη η Ουκρανία θα μπορεί να αντέξει στις δυνάμεις του Πούτιν.
Στο Λονδίνο, η νέα κυβέρνηση του Kιρ Στάρμερ ανησυχεί ότι ο Τραμπ θα τραβήξει το χαλί κάτω από τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, περικόπτοντας τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο ή εξαρτώντας την από άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες που θα εκχωρούσαν εδάφη στη Μόσχα.
Η υπόσχεση του Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία εντός 24 ωρών από την ανάληψη της εξουσίας αντιμετωπίζεται με παρόμοια σοβαρότητα και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. «Η βοήθεια θα μπορούσε να σταματήσει εν μία νυκτί», είπε ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης στο Politico. «Ο Πούτιν θα θέλει να το εκμεταλλευτεί και να πει ότι παίρνω το Ντονμπάς, την Κριμαία και μετά θα περιμένω πριν την επόμενη φορά».
Η επόμενη φορά θα μπορούσε να είναι μια ρωσική επίθεση σε μια χώρα όπως η Εσθονία, η Λιθουανία ή η Λετονία – όλα μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ – καθώς ο Πούτιν προσπαθεί να δοκιμάσει την ήδη χλιαρή δέσμευση του Τραμπ στο ΝΑΤΟ και τις διατάξεις αμοιβαίας άμυνας της στρατιωτικής συμμαχίας.
Η Γαλλία έχει εκμεταλλευτεί την πιθανότητα μιας προεδρίας Τραμπ για να παροτρύνει άλλες ευρωπαϊκές χώρες να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους ικανότητες. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους ψηφοφόρους στο Ουισκόνσιν να αποφασίσουν για την ευρωπαϊκή ασφάλεια», δήλωσε στο Politico ο Γάλλος υπουργός για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις Μπέντζαμιν Χαντάντ.
Ο Χαντάντ είπε ότι η Γαλλία θα συνεργαστεί με όποιον κερδίσει τις εκλογές, αλλά επέμεινε ότι η Ευρώπη πρέπει να σκεφτεί επειγόντως πώς να περιηγηθεί σε έναν κόσμο στον οποίο δεν θα μπορεί πια να υπολογίζει στην Ουάσιγκτον. «Είναι η ευρωπαϊκή μας ασφάλεια. Πρέπει να είμαστε ικανοί να υποστηρίξουμε τους Ουκρανούς ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα».
Φόβοι για εμπορικό πόλεμο
Μια δεύτερη ευρωπαϊκή ανησυχία είναι ότι ο Τραμπ θα αναζωπυρώσει ένα διατλαντικό εμπορικό πόλεμο. Έχει απειλήσει να επιβάλει δασμούς 10% έως 20% σε όλες τις εισαγωγές στις ΗΠΑ για να επαναφέρει τις θέσεις εργασίας στη μεταποίηση. Την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ αποκάλεσε την ΕΕ «μίνι Κίνα».
Ανώτατοι Ευρωπαίοι εμπορικοί αξιωματούχοι είπαν πρόσφατα στους πρεσβευτές της ΕΕ να είναι έτοιμοι να αντιδράσουν σε πιθανές εμπορικές διαμάχες εάν χρειαστεί. Στο Λονδίνο, ο κίνδυνος αναζωπύρωσης ενός εμπορικού πολέμου υπάρχει επίσης στο μυαλό της ομάδας Στάρμερ, η οποία επεξεργάζεται σχέδια έκτακτης ανάγκης εάν ο Τραμπ κερδίσει και αποφασίσει να υλοποιήσει τις απειλές του για δασμούς.
Οι σχέσεις μεταξύ του Τραμπ και της νέας κυβέρνησης του Στάρμερ είναι ήδη προβληματικές. Ο Ρεπουμπλικανός επέκρινε το «ακραίο αριστερό» Εργατικό Κόμμα του Στάρμερ επειδή έστειλε ακτιβιστές στην εκστρατεία του Χάρις στις εκλογές, με τον ισχυρισμό ότι αυτό ισοδυναμούσε με ξένη παρέμβαση στην αμερικανική δημοκρατία. Η εκστρατεία του έχει καταθέσει νομική καταγγελία κατά του κόμματος με ισχυρισμό για «ξένη παρέμβαση».
Ο Τραμπ έχει προτείνει δασμούς 100% σε όλα τα εισαγόμενα οχήματα, κάτι που θα ήταν καταστροφικό για χώρες με σημαντικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Η γερμανική οικονομία, για παράδειγμα, που ήδη δέχεται πιέσεις, θα υποστεί πλήγμα 0,23% στο ΑΕΠ της ως αποτέλεσμα των εμπορικών πολιτικών του Τραμπ, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε από το London School of Economics (LSE).
Η στάση του Τραμπ στη Μέση Ανατολή είναι ένας άλλος λόγος να ανησυχούν οι Ευρωπαίοι. Στην πρώτη του θητεία, απέρριψε την πυρηνική συμφωνία του Ιράν, η οποία υποστηρίχθηκε από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα έβλεπε την επιστροφή της πολιτικής της ‘μέγιστης πίεσης’ στο Ιράν, η οποία θα μπορούσε να περιλαμβάνει την πιθανότητα απευθείας χτυπημάτων στο Ιράν και στοχευμένες δολοφονίες», σύμφωνα με ανάλυση του Ινστιτούτου Μελετών Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διασπαστικές τάσεις στην Ευρώπη
Στη συνέχεια, υπάρχει η πίεση που θα ασκούσε μια δεύτερη προεδρία Τραμπ στην ίδια την Ευρώπη. Στις ΗΠΑ, ο Τραμπ είναι ο πιο διχαστικός πολιτικός της εποχής. Διαχωρίζει επίσης τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μεταξύ τους, ένας παράγοντας που θα καταστήσει ακόμη πιο δύσκολο τον συντονισμό οποιασδήποτε απάντησης σε επίπεδο ΕΕ για το εμπόριο ή την ασφάλεια.
Οι ηγέτες στο Λονδίνο, το Βερολίνο και το Παρίσι δεν θέλουν τη νίκη του Τραμπ. Όμως, οι αυταρχικοί και οι ηγέτες της σκληρής δεξιάς της Ευρώπης, όπως ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και η Ιταλίδα Τζόρτζια Μελόνι, θα το δουν σαν μια δικαίωση των θέσεων τους.
Ο Όρμπαν, ο οποίος ταξίδεψε στη Μόσχα για να επισκεφτεί τον Πούτιν το περασμένο καλοκαίρι, συμμετείχε τακτικά σε συγκεντρώσεις υπερσυντηρητικών στις ΗΠΑ, στις οποίες κυριαρχούσε ο Τραμπ. Αυτό οδήγησε μερικούς να υποθέσουν ότι θα σπεύσει να δώσει τα συγχαρητήριά του στον πρόεδρο των ΗΠΑ ακόμα κι αν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου σαφές.
Όσο για τη Μελόνι, οι σύμμαχοί της στη Ρώμη λένε ότι θα μπορούσε να γίνει τα «νέα αυτιά» του Τραμπ στην Ευρώπη.
Ο Αντρέα Ντι Τζιουζέπε, μέλος του ιταλικού κοινοβουλίου που εκπροσωπεί τους Ιταλούς στη Βόρεια Αμερική και μέλος του κόμματος των Αδελφών της Ιταλίας της Μελόνι, δήλωσε ότι η νίκη του Τραμπ θα ήταν ευπρόσδεκτη από τη Ρώμη.
«Αν ο Τραμπ χρειάζεται έναν ενδιάμεσο με την Ευρώπη, ποιος καλύτερος από τη Τζόρτζια Μελόνι;» είπε ο Ντι Τζουζέπε. «Είναι Τραμπίστρια από την πρώτη στιγμή».
Ακόμη και στη Γερμανία, ορισμένοι βλέπουν ευκαιρίες σε μια νίκη Τραμπ. Παρ΄όλα αυτά, στελέχη της κυβέρνησης παραδέχονται κατ΄ιδίαν ότι ο συνασπισμός του καγκελαρίου Σολτς θα ήταν πιο πιθανό να διαλυθεί εάν κερδίσει η Χάρις.
Αυτό συμβαίνει επειδή η προοπτική επιστροφής του Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα αποτελούσε τέτοια απειλή για την παγκόσμια πολιτική σταθερότητα που και τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού θα το ξανασκέφτονταν πριν διαλύσουν τη συμμαχία τους.