Οι νέες εισροές κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία, τα ομόλογα και τις μετοχές μετά την επενδυτική βαθμίδα

Πολλαπλά οφέλη τόσο για την πραγματική οικονομία όσο και για τις ελληνικές μετοχές και τα ομόλογα προκύπτουν από την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, μεταξύ των οποίων, μειωμένο κόστος δανεισμού, εισροή κεφαλαίων και βελτιωμένη ρευστότητα.

Οι τράπεζες και οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να προσδοκούν εισροή κεφαλαίων σε αυτές από το εξωτερικό και από σοβαρούς επενδυτές, πιο “ισχυρές” συνεργασίες με το εξωτερικό και χαμηλότερο κόστος δανεισμού. Μία πρώτη εικόνα προς την κατεύθυνση αυτή εμφανίζεται να δίνει και η συμφωνία Alpha Bank- Unicredit.

Η Ελλάδα πήρε τον Σεπτέμβριο τη «σφραγίδα» της επενδυτικής βαθμίδας με την αναβάθμιση από τον οίκο DBRS, αλλά η S&P έκανε την πρώτη αξιολόγηση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης και θα απαιτηθεί, στα “μάτια” των μεγάλων θεσμικών χαρτοφυλακίων, μόνο μία ακόμη αναβάθμιση, είτε από τον οίκο της Fitch, είτε από τον οίκο της Moody’s για να καταστούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα επιλέξιμα για ορισμένους σημαντικούς δείκτες ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας από τους διαχειριστές κεφαλαίων.

Σημειώνεται ότι η μεθοδολογία πολλών δεικτών ομολόγων απαιτεί τουλάχιστον δύο αξιολογήσεις επενδυτικής βαθμίδας από S&P, Fitch ή Moody’s. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι ότι η αναθεώρηση της αξιολόγησης από τον οίκο Fitch την 1η Δεκεμβρίου θα αποτελέσει σημαντικό καταλύτη.

Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας από τη S&P , ανοίγει το δρόμο για την ενσωμάτωση των ελληνικών ομολόγων σε όλους εκείνους τους δείκτες, ώστε να είναι επιλέξιμοι τίτλοι από τα διεθνή funds. Αυτό θα οριστικοποιηθεί αν στις 1/12 η ετυμηγορία της Fitch αναφέρεται και αυτή με τη σειρά της στη λήψη επενδυτικής βαθμίδας από την ελληνική οικονομία

Με την επενδυτική βαθμίδα και τα ελληνικά ομόλογα μπαίνουν στα ραντάρ διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων που επενδύουν σε ομόλογα και διαχειρίζονταν περί τα 28 τρισεκ. δολάρια ΗΠΑ σε στοιχεία ενεργητικού.

Η επενδυτική βαθμίδα θα φέρει νέες εισροές στα ελληνικά ομόλογα, από τα λεγόμενα index funds, οι οποίες εκτιμώνται από την BofA στα 16 δισ. ευρώ, σύμφωνα με έκθεσή της στις αρχές καλοκαιριού.

Αυτό είναι ένα σημαντικό μέγεθος, δεδομένου ότι υπάρχουν μόνο 74 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία, εκ των οποίων τα 35 δισ. ευρώ βρίσκονται στην ΕΚΤ.

Η BofA περιμένει κάποια διάχυση στις εισροές, ανάλογα με το πόσο γρήγορα θα αναβαθμίσουν τις αξιολογήσεις τους οι τρεις μεγάλοι οίκοι . Συνεπώς, οι ροές αυτές αναμένονται περισσότερο μέσα στο 2024.

Πηγές από το οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι το επόμενο διάστημα θα μπορούσαν να εισρεύσουν 6 με 7 δισ. ευρώ.

Η είσοδος των ελληνικών ομολόγων στην επενδυτική βαθμίδα θα επιτρέψει επίσης τη συμπερίληψη σε ευρέως χρησιμοποιούμενους δείκτες αναφοράς ομολόγων, ενώ θα επιτρέψει σε πολλούς άλλους μεγάλους θεσμικούς επενδυτές επενδύσουν σε ελληνικά ομόλογα.

Αν σήμερα στην Ελλάδα ασχολούνται 100 περίπου επενδυτικοί οργανισμοί κι επενδύουν σ’ αυτήν, αυτός ο αριθμός περίπου θα δεκαπλασιαστεί , σύμφωνα με παλαιότερη δήλωση του διοικητή της ΤτΕ.

Οι άμεσες καθαρές επενδύσεις που ήρθαν το 2022 στην Ελλάδα, ήταν οι υψηλότερες της 20ετίας (από το 2002), τάση που όπως δείχνουν τα πράγματα, συνεχίζεται και φέτος. Όπως έχει δείξει η εμπειρία από το εξωτερικό, δείχνει ότι συνήθως μετά τις άμεσες ξένες επενδύσεις, ακολουθούν και οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου από τους ξένους.

Το Χρηματιστήριο Αθηνών

Οι γεωπολιτικές ανησυχίες και το διεθνές περιβάλλον δεν επιτρέπουν την άμεση αναβάθμιση της επενδυτικής ψυχολογίας, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και το deal της Alpha Bank με μια από τις κορυφαίες Ευρωπαϊκές Τράπεζες.

Σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών, Γιάννο Κοντόπουλο, δεν μπορεί ένα τέτοιο γεγονός να τιμολογηθεί πλήρως, αν δεν έρθουν οι απαιτούμενες επενδυτικές ροές, σημειώνοντας ότι θα πρέπει δύο τουλάχιστον οίκοι ενός επιπέδου και πάνω να δώσουν την επενδυτική βαθμίδα.

O “τίτλος” investment grade επιτρέπει σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό επενδυτών να επενδύσει σε περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στις ανεπτυγμένες αγορές το υπό διαχείριση ενεργητικό αγγίζει τα 52 τρισεκατομμύρια δολάρια, έναντι μόλις 6,3 τρισ. δολαρίων στις αναδυόμενες αγορές.

Σαφώς τα κεφάλαια που θα εισέλθουν στην αγορά θα το πράξουν σταδιακά και όχι σε μία συνεδρίαση. ‘Αλλωστε πολλά ήταν τα funds και οι επενδυτές που ήδη έχουν τοποθετηθεί στην αγορά το προηγούμενο μεγάλο διάστημα έχοντας σημαντικά κέρδη. Κάποια από αυτά θα θέλουν να τα αποκομίσουν.

Αν και η αναβάθμιση του ΧΑ στις ανεπτυγμένες αγορές ενδέχεται να έρθει μήνες μετά την επενδυτική βαθμίδα, η δυναμική της αγοράς τείνει στην προ-τοποθέτηση, με αποτέλεσμα αυξημένους όγκους συναλλαγών και εταιρικές ενέργειες.

Πάντως εκτιμάται ότι η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας θα οδηγήσει και το Χρηματιστήριο στις ανεπτυγμένες αγορές, προς τα τέλη του 2024. Εκτιμάται, ότι σε μερικούς μήνες μετά την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας οι οίκοι θα θέσουν το Χ.Α σε «watch list για αναβάθμιση», το οποίο και θα αποτελέσει σημαντικό «σήμα» για την ενίσχυση των θέσεων των επενδυτών στις ελληνικές μετοχές.

H επάνοδος του Χ.Α. στις ανεπτυγμένες αγορές είναι ένα στοίχημα μεγάλης σημασίας για το ελληνικό χρηματιστήριο, που έχασε, λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της υποβάθμισης του αξιόχρεου της χώρας, τη θέση του στους δείκτες των ανεπτυγμένων αγορών, με αποτέλεσμα έκτοτε να αντλεί κεφάλαια η ελληνική αγορά μόνο από τη μικρή «λίμνη» των επενδυτικών χαρτοφυλακίων και hedge funds που τοποθετούνται σε αναδυόμενες αγορές, κάτι που επηρεάζει αρνητικά τη συναλλακτική δραστηριότητα και τις αποτιμήσεις των μετοχών.

Οι αναδυόμενες αγορές, στις οποίες έχει «παγιδευτεί» το Χ.Α., αποτελούν πολύ μικρό κομμάτι της παγκόσμιας επενδυτικής «πίτας» και προσελκύουν αντίστοιχα μικρά κεφάλαια. Για παράδειγμα, στον παγκόσμιο δείκτη της MSCI η βαρύτητα των αναδυόμενων αγορών είναι μόλις 13%.