Τα “φυσικά πειράματα” στις οικονομικές επιστήμες βοηθούν να απαντηθούν σημαντικά ερωτήματα για την κοινωνία. Και τώρα πια μπαίνουν και αυτά στο αποδεκτό και καταξιωμένο οπλοστάσιο της οικονομικής επιστήμης.
Οι φετινοί βραβευθέντες με το Νόμπελ – David Card, Joshua Angrist και Guido Imbens – μας έδωσαν νέες ιδέες για την αγορά εργασίας και η μεθοδολογία τους εφαρμόζεται ήδη και σε άλλα πεδία, φέρνοντας επανάσταση στην εμπειρική έρευνα.
Πολλά από τα μεγάλα ερωτήματα στις κοινωνικές επιστήμες αφορούν το αίτιο και το αιτιατό. Δηλ.την αιτία και το αποτέλεσμα. Πχ, πώς επηρεάζει η μετανάστευση τα επίπεδα αμοιβών και απασχόλησης; Πώς επηρεάζει η μεγαλύτερη σε διάρκεια εκπαίδευση το μελλοντικό εισόδημα κάποιου; Αυτές οι ερωτήσεις είναι δύσκολο να απαντηθούν γιατί δεν έχουμε τίποτα να χρησιμοποιήσουμε για σύγκριση. Δεν ξέρουμε τι θα είχε συμβεί αν υπήρχε λιγότερη μετανάστευση ή αν αυτό το άτομο δεν συνέχιζε να σπουδάζει.
Ωστόσο, οι φετινοί βραβευθέντες έδειξαν ότι είναι δυνατό να απαντηθούν αυτές και παρόμοιες ερωτήσεις, χρησιμοποιώντας φυσικά πειράματα. Το κλειδί είναι να χρησιμοποιηθούν καταστάσεις στις οποίες τυχαία γεγονότα ή αλλαγές πολιτικής έχουν ως αποτέλεσμα ομάδες ανθρώπων να αντιμετωπίζονται διαφορετικά, με τρόπο που μοιάζει με κλινικές δοκιμές στην ιατρική.
Χρησιμοποιώντας φυσικά πειράματα, ο David Card ανέλυσε τις επιπτώσεις στην αγορά εργασίας της αύξησης των κατώτατων μισθών, της μετανάστευσης και της εκπαίδευσης. Οι σπουδές του από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αμφισβήτησαν τη συμβατική αντίληψη, οδηγώντας σε νέα γνώση.
Τα αποτελέσματα έδειξαν, μεταξύ άλλων, ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν οδηγεί απαραίτητα σε λιγότερες θέσεις εργασίας. Γνωρίζουμε για παράδειγμα σήμερα ότι τα εισοδήματα των ανθρώπων που γεννήθηκαν σε μια χώρα μπορούν να ωφεληθούν από τη νέα μετανάστευση, ενώ τα άτομα που μετανάστευσαν παλαιότερα κινδυνεύουν να επηρεαστούν αρνητικά.
Μία εξαιρετική συνθήκη που προσφέρθηκε στον νεαρό τότε καθηγητή Card στις αρχές της δεκαετίας του 90, σαν εργαστηριακό πείραμα φυσικής, ήταν η απόφαση της πολιτείας του NewJerseyνα αυξήσει το κατώτατο ωρομίσθιο από 4.25$ σε 5.05$. Η σύγκριση με τη γειτονική Pennsylvaniaπου δεν ακολούθησε, έδωσε ένα πολύ καθαρό συμπέρασμα. Οι θέσεις εργασίας ΔΕΝ μειώθηκαν.
Και από πλευράς εργοδοτών και της συνολικής οικονομίας, η αύξηση του κατώτατου μισθού μπαίνει κατευθείαν στον κύκλο των συναλλαγών, ανακουφίζει το 30% περίπου των πολιτών(τουλάχιστον στις ΗΠΑ, τόσο είναι το ποσοστό του ορίου φτώχειας) δίνοντάς τους διέξοδο σε πιο ευπρεπή διαβίωση, μειώνοντας τις κοινωνικές εντάσεις και την παραβατικότητα, και ανεβάζοντας την οικονομία στο σύνολό της.
Φυσικά τα συμπεράσματα αυτά ισχύουν για τις ΗΠΑ και για “κανονικές” χώρες, όπου η αύξηση του βασικού μισθού, δεν σημαίνει προσθετικά και το μεγάλο κόστος από τις εισφορές για την κοινωνική ασφάλιση, που δεν επιστρέφει άμεσα στην οικονομία, και που στη χώρα μας είναι από τα υψηλότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του OECD: 11.58% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, έναντι 8% παγκοσμίως και 3.9% για την Ιρλανδία.
Για να επιστρέψουμε όμως στα πειράματα των φετινών βραβευθέντων με το Νόμπελ, να πούμε ότι έχουν επίσης τεκμηριώσει ότι οι πόροι που μπαίνουν στη διάθεση των μαθητών στα σχολεία (αριθμός και ποιότητα εκπαιδευτικών, καταλληλότητα προγραμμάτων, ποιότητα υποδομών), είναι πολύ πιο σημαντικοί για τη μελλοντική επιτυχία των μαθητών στην αγορά εργασίας από ό,τι πιστεύαμε μέχρι τώρα. Και εμείς εδώ στην Ευρώπη αυτό το έχουμε δει ξεκάθαρα εδώ και χρόνια σε μία χώρα του Βορά, στη Φινλανδία, που επενδύει κατά προτεραιότητα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, που για να προσληφθείς εκεί πρέπει να είσαι ο άριστος των αρίστων και που το κοινωνικό status των δασκάλων είναι το υψηλότερο στην ήπειρό μας.
“Οι μελέτες του Card για βασικά ερωτήματα για την κοινωνία και οι μεθοδολογικές συνεισφορές των Angrist και Imbens έχουν δείξει ότι τα φυσικά πειράματα είναι μια πλούσια πηγή γνώσης. Η έρευνά τους βελτίωσε σημαντικά την ικανότητά μας να απαντάμε σε βασικά αιτιώδη ερωτήματα, κάτι που είναι πολύ ωφέλιμο για την κοινωνία”, λέει ο Peter Fredriksson, πρόεδρος της Επιτροπής Βραβείων Οικονομικών Επιστημών.
Και εδώ είναι που πρέπει να μιλήσουμε για τη διαφορά που έκαναν μεθοδολογικά οι Imbensand Angrist. Γιατί ακόμα και η εμπειρία του μέσου ανθρώπου επιβεβαιώνει ότι τα χρόνια σπουδών συνδέονται με μία καλύτερη επαγγελματική προοπτική. Όμως πόσο ακριβώς? Και πόσο μπορούν να εξουδετερωθούν οι εξωγενείς παράγοντες στη μελέτη του όποιου παράγοντα; Μία λεπτομέρεια που φέρνει στην επιφάνεια ο επόμενος πίνακας, δείχνει ανάγλυφα το πόσο επηρεάζουν τις παρατηρήσεις μας, ακόμα και πολύ μικρές διαφορές, που λίγοι θα τους έδιναν σημασία. Πχ ο ρόλος που παίζει για το μελλοντικό σου χρόνο στο σχολείο και κατ’ επέκταση το μελλοντικό σου εισόδημα – στις ΗΠΑ – το εάν γεννήθηκες στο πρώτο ή στο τέταρτο τρίμηνο του χρόνου!
Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία που κάποιος μπορεί να εγκαταλείψει την εκπαίδευση. Επομένως αν σε όλα τα τρίμηνα όλοι είχαν την ίδια προδιάθεση να εγκαταλείψουν, αυτοί που ήταν στο πρώτο, το έκαναν ευκολότερα, ενώ του τετάρτου, υποχρεώνονταν να παραμείνουν περισσότερο!
David Card, born 1956 in Guelph, Canada. Ph.D. 1983 from Princeton
University, USA. Class of 1950 Professor of Economics, University of
California, Berkeley, USA.
Joshua D. Angrist, born 1960 in Columbus, Ohio, USA. Ph.D. 1989 from
Princeton University, USA. Ford Professor of Economics, Massachusetts
Institute of Technology, Cambridge, USA.
Guido W. Imbens, born 1963 in Netherlands. Ph.D. 1991 from
Brown University, Providence, USA. The Applied Econometrics Professor
and Professor of Economics, Stanford University, USA.
Για Σχόλια και προτάσεις, milton@mediarisk.gr
Ο Μίλτων Παπαδάκης είναι Σύμβουλος επιχειρήσεων, επικεφαλής της εταιρείας MEDIARISK και έχει περάσει από σημαντικές θέσεις στην αγορά, όπως αυτή του Εμπορικού Δ/ντού του MEGA Channel, του Διευθύνοντος Συμβούλου της CARAT Hellas κ.α. Έχει πτυχία Μαθηματικών, Marketing και Νομικής.