Λαγκάρντ: Πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από τον Σεπτέμβριο

Το οικονομικό και γεωπολιτικό τοπίο που αντιμετωπίζει η Ευρώπη έχει αλλάξει δραματικά μετά την αδικαιολόγητη επίθεση της Ρωσίας προς την Ουκρανία. Τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες, η Ευρώπη –χάρη και στο έργο αυτού του Κοινοβουλίου– απάντησε σθεναρά επιβάλλοντας κυρώσεις και εφαρμόζοντας μέτρα για να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία και να μετριάσει τον οικονομικό αντίκτυπο του πολέμου.

Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, την ομιλία της ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι την ίδια περίοδο, οι συνθήκες που αντιμετωπίζει η νομισματική πολιτική έχουν αλλάξει σημαντικά.

«Στη συνάντησή μας τον Ιούνιο, λοιπόν, αποφασίσαμε να λάβουμε περαιτέρω βήματα για την εξομάλυνση της νομισματικής μας πολιτικής» υπογράμμισε.

Οι προοπτικές για την οικονομία της ζώνης του ευρώ

Η κ. Λαγκάρντ ανέφερε ότι η δραστηριότητα της ζώνης του ευρώ περιορίζεται από το υψηλό ενεργειακό κόστος, τις εντεινόμενες διακοπές του εφοδιασμού και τη μεγαλύτερη αβεβαιότητα, που επηρεάζουν ιδιαίτερα τον μεταποιητικό τομέα.

Ταυτόχρονα, η δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών στηρίζει την ανάπτυξη και η ανάκαμψη σε αυτόν τον τομέα αναμένεται να ενισχυθεί τους επόμενους μήνες. Η άρση των περιορισμών που σχετίζονται με την πανδημία και οι καλές προοπτικές για την τουριστική περίοδο ενισχύουν τη δραστηριότητα, ιδιαίτερα στις υπηρεσίες έντασης επαφών. Επιπλέον, μια ισχυρή αγορά εργασίας, με περισσότερα άτομα σε θέσεις εργασίας, θα συνεχίσει να υποστηρίζει τα εισοδήματα και την κατανάλωση.

Εξασθενούν οι αντίθετοι άνεμοι

Μάλιστα, οι κ. Λαγκάρντ, υποστήριξε ότι οι αντίθετοι άνεμοι από το υψηλό ενεργειακό κόστος, την επιδείνωση των όρων του εμπορίου, τη μεγαλύτερη αβεβαιότητα και τις δυσμενείς επιπτώσεις του υψηλού πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται να εξασθενίσουν σταδιακά.

«Ως αποτέλεσμα, οι τελευταίες προβλέψεις για την ευρωζώνη καταγράφουν ανάπτυξη 2,8% το 2022 και 2,1% τόσο το 2023 όσο και το 2024» είπε, ενώ αναφερόμενη στον πληθωρισμό υπενθύμισε ότι αυξήθηκε περαιτέρω και διαμορφώθηκε στο 8,1% τον Μάιο.

Οι τιμές της ενέργειας είναι 39,2% πάνω από τα επίπεδά τους πριν από ένα χρόνο. Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν 7,5% τον Μάιο, εν μέρει αντικατοπτρίζοντας τη σημασία της Ουκρανίας και της Ρωσίας μεταξύ των κύριων παγκόσμιων παραγωγών γεωργικών προϊόντων. Οι τιμές έχουν επίσης αυξηθεί πιο έντονα λόγω των ανανεωμένων σημείων συμφόρησης στην προσφορά εν μέσω ανάκαμψης της εγχώριας ζήτησης, ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς η οικονομία μας ανοίγει ξανά. Ως αποτέλεσμα, οι αυξήσεις των τιμών γίνονται πιο διαδεδομένες σε όλους τους τομείς και τα μέτρα του υποκείμενου πληθωρισμού έχουν αυξηθεί περαιτέρω.

Αυξήσεις στους μισθούς

Η επικεφαλής της ΕΚΤ είπε ότι η αύξηση των μισθών έχει αρχίσει να επιταχύνεται, αν και παραμένει μέτρια. «Αναμένουμε ότι η αύξηση των μισθών βάσει διαπραγματεύσεων θα ενισχυθεί ελαφρώς περαιτέρω το 2022 και στη συνέχεια θα παραμείνει πάνω από τα μέσα επίπεδα για τον ορίζοντα προβολής, υποστηριζόμενη από τις στενές αγορές εργασίας, τις αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς και ορισμένες επιπτώσεις της αντιστάθμισης για τους υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού» πρόσθεσε.

Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζονται στις πιο μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό.

Οι βασικές προβλέψεις για τον πληθωρισμό από το προσωπικό του Ευρωσυστήματος έχουν αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα πάνω. Αυτές οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει ανεπιθύμητα αυξημένος για κάποιο χρονικό διάστημα.

«Προβλέπουν ετήσιο πληθωρισμό στο 6,8% το 2022 προτού μειωθεί σε 3,5% το 2023 και 2,1% το 2024. Αυτό σημαίνει ότι ο μετρικός πληθωρισμός στο τέλος του ορίζοντα προβολής προβλέπεται να είναι ελαφρώς πάνω από τον στόχο μας» υπογράμμισε.

Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ

«Το τρέχον περιβάλλον πληθωρισμού –με μεγέθη πολύ πάνω από τον στόχο μας– αποτελεί σαφώς πρόκληση. Γι’ αυτό, στη συνεδρίασή του στις 8-9 Ιουνίου, το Διοικητικό Συμβούλιο εξέφρασε την ακλόνητη δέσμευσή του να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Έχοντας αυτό κατά νου, και με βάση την επικαιροποιημένη αξιολόγηση που μόλις περιέγραψα, αποφασίσαμε σε εκείνη τη συνάντηση να λάβουμε περαιτέρω βήματα για την εξομάλυνση της νομισματικής μας πολιτικής» ανέφερε.

Και επεσήμανε την απόφαση να τερματίσουν τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο του προγράμματος αγορών περιουσιακών στοιχείων (APP) από την 1η Ιουλίου 2022.

Επίσης, υπογράμμισε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που διέπουν τη μελλοντική καθοδήγηση, κι ως εκ τούτου τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα αυξηθούν κατά 25 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση του Ιουλίου για τη νομισματική πολιτική.

«Τρίτον, κοιτάζοντας πιο μπροστά, αναμένουμε να αυξήσουμε ξανά τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο. Η βαθμονόμηση αυτής της αύξησης του ποσοστού θα εξαρτηθεί από τις ενημερωμένες μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό. Εάν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό επιμείνουν ή επιδεινωθούν, μια μεγαλύτερη αύξηση θα είναι κατάλληλη στη συνεδρίασή μας του Σεπτεμβρίου».

«Και τέταρτον, μετά τον Σεπτέμβριο, με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, αναμένουμε ότι θα είναι κατάλληλη μια σταδιακή αλλά διαρκής πορεία περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων. Σύμφωνα με τη δέσμευσή μας στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, ο ρυθμός με τον οποίο θα προσαρμόσουμε τη νομισματική μας πολιτική θα εξαρτηθεί από τα εισερχόμενα δεδομένα και τον τρόπο αξιολόγησης του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα».

Ευελιξία

Η κ. Λαγκάρντ αναφέρθηκε επίσης και στην απόφαση να εφαρμοστεί ευελιξία στην επανεπένδυση των αγορών που λήγουν στο χαρτοφυλάκιο PEPP, με σκοπό τη διατήρηση της λειτουργίας του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, προϋπόθεση για να μπορέσει η ΕΚΤ να επιτύχει την εντολή της για τη σταθερότητα των τιμών.

Στοχευμένες δράσεις

Η κ. Λαγκάρντ κατέληξε λέγοντας, ότι η δημοσιονομική πολιτική βοηθά να μετριαστεί ο αντίκτυπος του πολέμου και οι κυβερνήσεις έχουν παρέμβει για να επιβραδύνουν τον ενεργειακό πληθωρισμό.

Πρόσθεσε δε, ότι παράλληλα με τις στοχευμένες δημοσιονομικές πολιτικές, η εφαρμογή του προγράμματος της ΕΕ Next Generation, το πακέτο «Fit for 55» και το σχέδιο REPowerEU θα πρέπει επίσης να βοηθήσουν την οικονομία της ζώνης του ευρώ.