Το ζήτημα των αυξήσεων στα ασφάλιστρα υγείας βρίσκεται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, με τις ασφαλιστικές εταιρείες, την κυβέρνηση και τους φορείς της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης να τοποθετούνται σχετικά. Οι ανησυχίες που εγείρουν οι αυξημένες δαπάνες για τις υπηρεσίες υγείας έχουν προκαλέσει έντονη αντιπαράθεση, ενώ οι πολίτες παρακολουθούν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις.
Χθες, οι ασφαλιστικές εταιρείες, μέσω ανακοίνωσης της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), αναφέρθηκαν στα αυξανόμενα κόστη περίθαλψης που καλούνται να καλύψουν οι ίδιες. Η ΕΑΕΕ υπογράμμισε την ανάγκη για συμμετοχή της Πολιτείας, της Εποπτείας και όλων των εμπλεκόμενων φορέων στη διαμόρφωση του κόστους, ζητώντας έναν ολιστικό διάλογο. “Η δημόσια συζήτηση που περιορίζεται στις ασφαλιστικές εταιρείες, χωρίς να εξετάζει όλους τους παράγοντες, δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα”, αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, αναγνωρίζει το πρόβλημα. Σε δηλώσεις του, ο Υπουργός Τύπου κ. Μαρινάκης επιβεβαίωσε ότι υπάρχει σχέδιο για την συγκράτηση των αυξήσεων στα ασφάλιστρα υγείας. Σύμφωνα με τον υπουργό, οι αρμόδιες αρχές εργάζονται πάνω σε μια παρέμβαση που θα παρουσιαστεί σύντομα. “Είναι δεδομένο ότι υπάρχει το συγκεκριμένο ζήτημα που όλοι το εντοπίζουμε”, ανέφερε, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τη φύση των μέτρων που εξετάζονται.
Στο μεταξύ, το θέμα έχει ήδη προκαλέσει πολιτικές αντιδράσεις. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Μιχάλης Ανδρουλάκης, κατέθεσε σχετική ερώτηση στη Βουλή, καλώντας την κυβέρνηση να αναλάβει δράση. Παράλληλα, ζήτησε να εξεταστούν οι αιτίες της αύξησης των τιμών, αναδεικνύοντας τις ευθύνες που αναλογούν σε κάθε εμπλεκόμενο φορέα.
Η ανάγκη για συντονισμένες ενέργειες, που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών προϊόντων και την προσβασιμότητα των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας, φαίνεται να αποτελεί κοινό τόπο. Οι εξελίξεις αναμένονται με ενδιαφέρον, καθώς οι πολίτες και οι επιχειρήσεις ζητούν λύσεις που θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Οι πρόσφατες αυξήσεις στα ασφάλιστρα υγείας της Εθνικής Ασφαλιστικής έχουν προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων, αναδεικνύοντας σοβαρά ζητήματα διαφάνειας και δικαιοσύνης. Ενώ η εταιρεία επικαλείται δείκτες όπως ο Ενιαίος Δείκτης Υγείας του ΙΟΒΕ για να δικαιολογήσει τις αυξήσεις, οι καταναλωτές βιώνουν πρωτοφανείς οικονομικές επιβαρύνσεις. Παράλληλα, οι σχέσεις ασφαλιστικών εταιρειών με ιδιωτικά νοσοκομεία θέτουν ερωτήματα για πρακτικές ολιγοπωλίου, που φαίνεται να καθορίζουν το κόστος της ιδιωτικής υγείας στην Ελλάδα. Ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα για τους ασφαλισμένους και το σύστημα υγείας;
Οι αυξήσεις στα Αασφάλιστρα: αιτιολογίες και πραγματικότητα
Η Εθνική Ασφαλιστική ανακοίνωσε αυξήσεις της τάξης του 9,4% σε παλαιά ισόβια συμβόλαια, επικαλούμενη τον «Ιατρικό Πληθωρισμό» και το αυξημένο κόστος υπηρεσιών υγείας. Ωστόσο, η βάση αυτών των αυξήσεων φαίνεται να είναι αυθαίρετη. Ο Ενιαίος Δείκτης Υγείας του ΙΟΒΕ, που παρουσιάζεται ως μέτρο, κατέγραψε αύξηση μόλις 5,7% για το 2021, ενώ οι εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ για τον Δείκτη Τιμών Υγείας ήταν ακόμη χαμηλότερες. Αυτό δημιουργεί εύλογες απορίες: Πώς δικαιολογείται η διαφορά μεταξύ των επίσημων δεικτών και των αυξήσεων που επιβάλλονται;
Η επίκληση γενικόλογων αιτιών, όπως η «αύξηση της συχνότητας και σοβαρότητας των περιστατικών», χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, ενισχύει την αίσθηση αδιαφάνειας. Επιπλέον, η απουσία διαλόγου με καταναλωτικές οργανώσεις ή άλλους αρμόδιους φορείς ενισχύει την καχυποψία.
Ασφαλιστικές εταιρείες και ιδιωτικά νοσοκομεία: Σχέσεις υπό αμφισβήτηση
Σύμφωνα με επαγγελματικούς φορείς, η σύνδεση μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτικών νοσοκομείων έχει οδηγήσει σε υπερβολικές χρεώσεις νοσηλείας. Δύο ή τρία μεγάλα νοσοκομεία φαίνεται να καθορίζουν την τιμή της ιδιωτικής υγείας, λειτουργώντας ουσιαστικά ως ολιγοπώλια. Αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι πληρώνουν ακριβά για υπηρεσίες που δεν αντιστοιχούν στις προσδοκίες τους ή στην ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας.
Ταυτόχρονα, η Εθνική Ασφαλιστική δείχνει να επιδιώκει την απαλλαγή από παλαιά ισόβια συμβόλαια, τα οποία προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια στους πελάτες της. Οι συνεχείς αυξήσεις στα ασφάλιστρα φαίνεται να αποθαρρύνουν τους ασφαλισμένους, οδηγώντας τους σε ακύρωση συμβολαίων. Αυτή η τακτική, όμως, υπονομεύει την εμπιστοσύνη στο σύστημα και θέτει σε κίνδυνο τη φήμη του κλάδου.
Γ. Χατζηθεοδοσίου: Κυβερνητική παρέμβαση για τις αυξήσεις
Ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, εξέφρασε την ανάγκη για κυβερνητική παρέμβαση στο θέμα των αυξήσεων. Υπογράμμισε ότι τα τελευταία τρία χρόνια «δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένοι έχουν ακυρώσει τα συμβόλαιά τους» λόγω των εξοντωτικών αυξήσεων.
«Η ασφαλιστική αγορά είναι από τους πλέον βασικούς παράγοντες που μπορεί να βασιστεί για ανάπτυξη η ελληνική οικονομία, κάτι που μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα και για την κοινωνία. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, τα οποία μάλιστα πρέπει να επιλυθούν άμεσα», δήλωσε.
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου πρότεινε τρεις βασικούς άξονες παρέμβασης:
- Αντιμετώπιση της κατάργησης παλαιών συμβολαίων: Ορισμένες εταιρείες επιδιώκουν να απαλλαγούν από ισόβια και απεριόριστα συμβόλαια μέσω μεγάλων αυξήσεων, προκαλώντας αίσθημα εξαπάτησης στους ασφαλισμένους.
- Ρύθμιση κόστους νοσηλίων: Ζήτησε τη θέσπιση ενιαίου τιμοκαταλόγου για διαφάνεια και έλεγχο των υπερβολικών χρεώσεων.
- Επανεξέταση του νομοθετικού πλαισίου: Ο νόμος 4738/2020 επιτρέπει αυθαίρετες αυξήσεις με βάση στοιχεία που παρέχουν οι ίδιες οι ασφαλιστικές εταιρείες, δημιουργώντας κενά στη διαφάνεια.
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου κατέληξε ότι, χωρίς άμεσες παρεμβάσεις, το κλίμα καχυποψίας θα ενταθεί, ενώ η επιβάρυνση στο ΕΣΥ θα γίνει δυσβάσταχτη.
Ο Αντίκτυπος στους Ασφαλισμένους και το Σύστημα Υγείας
Οι εξοντωτικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα έχουν οδηγήσει χιλιάδες ασφαλισμένους να ακυρώσουν τα συμβόλαιά τους τα τελευταία χρόνια. Αυτή η εξέλιξη εντείνει την πίεση στο ήδη καταπονημένο δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς πολλοί δεν έχουν άλλη επιλογή από το να στραφούν στο ΕΣΥ. Το αποτέλεσμα είναι διπλό: οι ασφαλισμένοι χάνουν την πρόσβαση σε ιδιωτικές υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, ενώ το ΕΣΥ επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο.
Επιπλέον, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Με τη μείωση των συμβολαίων και την απώλεια εμπιστοσύνης των πελατών, η βιωσιμότητα του κλάδου τους τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Η ανάγκη για άμεσες παρεμβάσεις είναι επιτακτική. Πρώτον, η κυβέρνηση πρέπει να επανεξετάσει το νομοθετικό πλαίσιο, όπως ο νόμος 4738/2020, που επιτρέπει αυθαίρετες αυξήσεις με βάση τον δείκτη του ΙΟΒΕ. Ένας πιο διαφανής μηχανισμός που θα λαμβάνει υπόψη τον Δείκτη Τιμών Υγείας της ΕΛΣΤΑΤ είναι απαραίτητος.
Δεύτερον, η πολιτεία οφείλει να θεσπίσει ανώτατα όρια στις αυξήσεις ασφαλίστρων, προστατεύοντας τους ασφαλισμένους από υπερβολικές χρεώσεις. Τρίτον, απαιτείται η δημιουργία ενιαίου τιμοκαταλόγου για τα νοσήλια, που θα εξασφαλίζει διαφάνεια και δικαιοσύνη.
Η εμπιστοσύνη στον κλάδο της ιδιωτικής υγείας και της ασφάλισης μπορεί να αποκατασταθεί μόνο μέσα από συντονισμένες προσπάθειες για δικαιοσύνη, διαφάνεια και προστασία των καταναλωτών. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές τόσο για τους ασφαλισμένους όσο και για το σύστημα υγείας συνολικά.