Η μεγάλη επιστροφή της Γιάννας Αγγελοπούλου – Κορυφαία κίνηση από τον Μητσοτάκη

Toυ Γ. Λακόπουλου

Παιχνίδια της μοίρας: καθώς πλησιάζει η 15η επέτειος από τον -ξεχασμένο και αναξιοποίητο- παγκόσμιο θρίαμβο της  Ελλάδας με τους Ολυμπιακούς  Αγώνες του 2004, η δημιουργός τους επιστρέφει στο προσκήνιο.

Η Γιάννα Αγγελοπούλου είναι εδώ. Με ένα ακόμη μεγάλο στοίχημα μπροστά της: να δώσει στην 200η επέτειο από την Ελληνική Επανάσταση χαρακτηριστικά νέας  εθνικής  εκκίνησης. Ποιος θα διαφωνήσει ότι είναι ο   κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση;

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με μια εντυπωσιακή, αλλά και  κορυφαία από πλευράς  ουσίας και συμβολισμών, κίνηση ανέθεσε στην μεγάλη Κυρία της Ελληνικής Ολυμπιάδας να κάνει αυτό που κανείς άλλος δεν μπορεί να κάνει  όπως ίδια.

Ρωτήστε-  για την εμπειρία τους -σε όλον τον  πλανήτη όσους συνεγέρθηκαν μαζί της για το ελληνικό θαύμα του Αυγούστου  του 2004: τη διεθνή αθλητική κοινότητα, τις  κυβερνήσεις  όπου Γης, τους σπόνσορες,  τους Έλληνες υπουργούς  και την ελληνική διοίκηση που  έκαναν ό,τι δεν είχαν κάνει ποτέ,  τους εθελοντές της νεολαίας από όλο τον κόσμο, τους πολίτες που «πέρασαν απέναντι» εκείνες τις δυο εβδομάδες του ελληνικού μεγαλείου.

Οι Αγγελόπουλοι  έφεραν τους Αγώνες την Ελλάδας -όπως  του ζήτησε η τότε ελληνική κυβέρνηση- και παρά την αχαστιστία που ακολούθησε,  η Γιάννα  ανταποκρίθηκε και στη δεύτερη πρόσκληση να σώσει τη διοργάνωση που τινάζονταν στον αέρα.

Έκανε κάτι περισσότερο: πήγε την Ελλάδα στην κορυφή, διεκπεραιώνοντας το πιο πολύπλοκο εγχείρημα στην Υφήλιο.

Αλλά  στην Ελλάδα ζεις, δεν υπάρχει ελπίς. Μόλις έσβησαν τα φώτα των Αγώνων με την εξ ίσου λαμπρή με την θρυλική  Έναρξη τελετή της Λήξης, η χώρα επέστρεψε στο λήθαργο.

Η τότε κυβέρνηση συμπεριφέρθηκε σ’ αυτόν που του πέφτει  ο πρώτος λαχνός και δε πάει  να εισπράξει τα  κέρδη.  Πρόγραμμα  κεφαλαιοποίησης  των Αγώνων δεν υπήρξε ποτέ και όχι μόνο η φήμη, αλλά και οι ολυμπιακές  εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν.

Η Ελλάδα παραιτήθηκε από την επιτυχία που εξασφάλισε η πρόεδρος της Οργανωτική Επιτροπής, αλλά και από την επένδυση που είχε κάνει ο Ελληνικός λαός.

Οι λόγου ήταν ορατοί. Ένα  συγκεκριμένο επιχειρηματικό σύμπλεγμα, αλλά και η ελληνική πολιτική τάξη,  φοβήθηκαν την επιτυχία της Γιάννας. Υπέθεσαν ότι θα την εκμεταλλευτεί  η ίδια για να τους εκπορθήσει από την πολιτική σκηνή. Και στράφηκαν εναντίον της.

Πρώτα με τη φημολογία ότι θέλει να γίνει Πρωθυπουργός, Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δήμαρχος Αθηναίων,  ίσως και αρχιεπίσκοπος.

Μετά με την χρησιμοποίηση ενός μηχανισμού στα ΜΜΕ  για να σκιασθεί ο άθλος με το πρόσχημα ότι «κόστισε πολύ» και έβλαψε τη χώρα και την οικονομία. Αποδίδοντας στην Αγγελοπούλου τις αποφάσεις για τα έργα υποδομής  που δεν ανήκαν στην ίδια, αλλά στον Πρωθυπουργό Σημίτη και την κυβέρνησή του.  Σε ό,τι αφορά τον ισολογισμό της Επιτροπής της η Γιάννα να τον έκλεισε θετικά.  Και για την εξαντλητική δουλειά που έκανε  η ίδια το δημόσιο δεν επιβαρύνθηκε ούτε ένα ευρώ.

Οι Αγγελόπουλοι, εκτός από καλή χρήση του πλούτου που έκαναν κατά παράδοση, ό,τι έκαναν το έκαναν με τα δικά τους λεφτά και όπου  αναμείχθηκαν στα κοινά πλήρωναν, δεν εισέπρατταν.

Η παραπληροφόρηση θα συνεχίζονταν αν η ίδια δεν ζητούσε από το ΙΟΒΕ να αποτιμήσει τη Ολυμπιάδα. Η τελική μελέτη, υπό την επίβλεψη του προέδρου του και σπουδαίου πανεπιστήμιου Νίκου Βέττα απέδειξε ότι η χώρα είχε όφελος. Έτσι η επίθεση σταμάτησε.

Αναζωπυρώθηκε όταν η Γιάννα θεώρησε λογικό  ότι ενδέχεται αναλάβουν τη διακυβέρνηση νέοι άνθρωποι, από μια παράταξη με τη όποια η ίδια δεν είχε σχέση. Και κυρίως όταν πήρε από το χέρι  τον Αλέξη Τσίπρα και τον έβαλε δίπλα στον Μπιλ Κλίντον, ενώ  θα έφερνε και ένα από τα μεγαλύτερη επενδυτικά συνέδρια του κόσμου στην Αθήνα.

Οι Συριζαίοι στην αρχή δεν  έδωσαν σημασία και μετά την ξεπλήρωσαν με την προσβολή που οργάνωσε ο Νίκος Κοτζιάς ως υπουργός Εξωτερικών εναντίον της και  την υποχρέωσε να παραιτηθεί από πρέσβειρα εκ προσωπικοτήτων.

Απογοητευμένη η Αγγελοπούλου περιορίσθηκε  στις διεθνείς επαγγελματικές της δραστηριότητες, στην υποστήριξη νέων Ελλήνων επιστημόνων με υποτροφίες στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια στην Αμερική και σε άλλες -διακριτικές- κοινωφελείς δράσεις. «Πιστεύω στις δυνατότητες των Ελλήνων, θέλω να  προσφέρω, αλλά  δεν μου επιτρέπουν» είπε κάποια στιγμή. Και  απομακρύνθηκε.

Αλλά το χούι φεύγει τελευταίο.  Είναι πάλι εδώ  για «να  κάνουμε το καλύτερο όλοι μαζί» όπως είπε.

Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να της αναθέσει μια διοργάνωση στην οποία προσέβλεπε και η προηγουμένη κυβέρνηση -αν συνέχιζε να είναι στα πράγματα-, θα μπορούσε  να ερμηνεύσει σαν «εκδίκηση» από την πλευρά της Γιάννας.  Ή σαν αποκατάσταση  της τάξης από τη πλευρά του Πρωθυπουργού για λογαριασμό της Ελληνικής Πολιτείας.

Στην πορεία θα φανεί ότι δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ή και να ενυπάρχουν αυτά, τα υπερβαίνει κάτι μεγαλύτερο: να  κάνει το 2021 αφετηρία για το μέλλον της χώρας.  Όσοι απορούν αν θα το καταφέρει,  ας θυμηθούν πώς φτάσαμε σε εκείνο το μαγικό βράδυ τη 13ης  Αυγούστου 2004.