Tεράστιοι τζίροι, μικρά κέρδη ή ακόμα και συνεχείς ζημίες συνθέτουν το σκηνικό των αποτελεσμάτων συντριπτικού ποσοστού των πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά.
Στον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό της, η γερμανική Media Markt εμφανίζει τζίρο της τάξεως των 187 εκατ. ευρώ ενώ για πρώτη φορά σημείωσε κέρδη 2,857 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα το 2016 εμφάνιζε τζίρο της τάξεως 185 εκατ. ευρώ και οι ζημίες διαμορφωνόντουσαν στα 4,367 εκατ ευρώ.
Η εταιρεία κατέγραφε ασταμάτητα ζημίες ανεξαρτήτως νομικής μορφής από την ημέρα που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα συσσωρευμένη ζημία άνω των 170 εκατ. ευρώ. Ενώ η αύξηση κεφαλαίου ύψους 74 εκατ. ευρώ που έκανε η εταιρία το 2014 με κεφάλαια της μητρικής δεν φαίνεται να βελτίωσε την κατάσταση.
Η Μedia Markt είχε εντοπιστεί το 2012 ως εμπλεκόμενη σε δοσοληψίες με προμηθεύτρια εταιρεία, η οποία είχε στήσει μηχανή φοροαποφυγής και συγκεκριμένα υποκλοπής του ΦΠΑ. Η διοίκηση της Media Markt όταν εντοπίστηκε από το ΣΔΟΕ, εμφανίστηκε συνεργάσιμη να παράσχει κάθε πληροφορία αλλά και πανέτοιμη να αντιμετωπίσει την κατηγορία στα φορολογικά δικαστήρια. Η όλη ιστορία της κόστισε πρόστιμο 3,5 εκατ. ευρώ περίπου (το οποίο ήταν διπλάσιο του αθροίσματος των «πονηρών» τιμολογίων), το οποίο ωστόσο διεκδίκησε να διαγραφεί.
Ακολουθώντας τη διαδικασία βρέθηκε ενώπιον της Επιτροπής 70Α που εξέταζε αιτήματα διαγραφής προστίμων, και η οποία ενέκρινε την απαλλαγή της Media Markt.
Η «ασυλία» που απόλαυσε από αυτό τον κίνδυνο για μερικά χρόνια υπήρξε ευθεία στρέβλωση του ανταγωνισμού με τραγικά αποτελέσματα για τον κλάδο.
Το γεγονός ότι η αλυσίδα άρχισε να μεγαλώνει σε μέγεθος και επιρροή κερδίζοντας σιγά-σιγά θέση στην ελληνική αγορά ηλεκτρικών «ανάγκασε» τη διοίκηση της αλυσίδας στην Ελλάδα (αλλά και τη μητρική δομή) να συμμορφωθεί και εν τέλει να προχωρήσει σε μια ενοποίηση της δραστηριότητας της υπό τη σκέπη μιας κανονικής Ανωνύμου Εταιρείας.