Το ενδιαφέρον των επενδυτών για τα ελληνικά assets και ειδικότερα για ομόλογα και μετοχές, αυξάνεται κατακόρυφα μετά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Γεγονός που αποτυπώνεται στις μεγάλες προσφορές οι οποίες ξεπέρασαν τα 60 δισ. ευρώ, μέσα στους τελευταίους 5 μήνες. Μόνο μέσα σε μία σχεδόν εβδομάδα η Ελλάδα προσέλκυσε 43 δισ. ευρώ κατά την έκδοση του νέου 10ετούς ομολόγου και στην δημόσια προσφορά του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών.
Οι προσφορές για το 30% του ΔΑΑ ανήλθαν σε 8 δισ. ευρώ , λίγες ημέρες μετά την επιτυχία του νέου 10ετούς ομολόγου, μέσω του οποίου η Αθήνα προσέλκυσε προσφορές-ρεκόρ ύψους 35 δισ. Στα μέσα Ιανουαρίου είχε προηγηθεί η επανέκδοση 5ετούς ομολόγου με τις προσφορές να ανέρχονται σε 1,086 δισ., υπερκαλύπτοντας το ζητούμενο ποσό (250 εκατ.) κατά 4,3 φορές.
Τα θετικά αποτελέσματα της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας αποτυπώθηκαν στην έκδοση του νέου 10ετούς ομολόγου, η οποία συγκέντρωσε 35 δισ. ευρώ (το δημόσιο άντλησε 4 δισ. ευρώ), ενώ καταγράφηκε ιστορικό ρεκόρ προσφοράς κεφαλαίων σε ελληνικά assets και σηματοδοτεί την είσοδο του ελληνικού χρέους σε μία νέα περίοδο.
Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων έχουν διολισθήσει σχεδόν 110 μονάδες βάσης τους τελευταίους 12 μήνες στο 3,2%, μακράν η καλύτερη επίδοση στov αναπτυγμένο κόσμο.
Τα ελληνικά ομόλογα ξεχωρίζουν στην ευρωπαϊκή αγορά, καθώς αφότου κατάφεραν να νικήσουν την κούρσα με τα ιταλικά, πλέον βάζουν στο στόχαστρό τους τα ισπανικά, σημειώνουν οι αναλυτές της DZ Bank.
Την ίδια ώρα μία νέα γενιά επενδυτών περισσότερων “ποιοτικών” και μακροπρόθεσμων, δημιουργείται για τα ελληνικά ομόλογα και μετοχές, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Περίπου 300 διεθνείς θεσμικοί επενδυτές εκδήλωσαν ενδιαφέρον για το νέο 10ετές ομόλογο, όταν πριν την επενδυτική βαθμίδα σε ανάλογες εκδόσεις ήταν περίπου στους 90. Νέοι ξένοι κωδικοί άνοιξαν στο placement του 20% της Εθνικής, το οποίο συγκέντρωσε 8,1 δισ. ευρώ και πολλοί περισσότεροι φαίνεται ότι άνοιξαν με τη δημόσια προσφορά για το 30% του ΔΑΑ.
Η «ποιότητα» των επενδυτών που πλέον επενδύουν στα ελληνικά ομόλογα, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αποτυπώνεται στην πρόσφατη έκδοση του 10ετούς ομολόγου: Μόλις το 5% της έκδοσης κάλυψαν τα Hedge Funds, τη στιγμή που asset managers και τράπεζες έλαβαν το 90% του νέου 10ετούς.
Οι τράπεζες
Οι συστημικές τράπεζες έχουν συγκεντρώσει προσφορές 16,5 ευρώ μέσω της διαδικασίας αποεπένδυσης, αλλά και μέσω των εκδόσεων ομολόγων, ενώ βελτιώνεται και η ποιότητα των επενδυτικών χαρτοφυλακίων.
Χαρακτηριστικό της ποιότητας των επενδυτών που εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους για τις ελληνικές τράπεζες, υπήρξε το placement για το 22% της Εθνικής Τράπεζας που κατείχε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Η προσφορά ξεπέρασε τα 8,1 δισ. ευρώ , προσελκύοντας κορυφαίους θεσμικούς επενδυτές και η πλειονότητα ήταν μακροπρόθεσμοι επενδυτές (64%) και θεσμικά επενδυτικά κεφάλαια (27%).
Είχε προηγηθεί η αποεπένδυση του ΤΧΣ για το 1,4% των μετοχών της Eurοbank, όπου συγκεντρώθηκαν 93,75 εκατ. ευρώ και η πώληση του 9,6% των μετοχών της Alpha Bank στην UniCredit με τίμημα 293 εκατ. ευρώ.
Το αυξημένο ενδιαφέρον των ξένων χαρτοφυλακίων για τις ελληνικές τράπεζες αποτυπώνεται και από την έντονη παρουσία τους στις τελευταίες εκδόσεις ομολόγων τους.
Περισσότερους από 100 επενδυτές προσέλκυσε η έκδοση του ομολόγου senior preferred της Alpha bank, ύψους 400 εκατ. με τις προσφορές να ανέρχονται στα 1,25 δισ. υπερκαλύπτοντας την έκδοση κατά 3 φορές.
Η έξοδος της Εθνικής στις αγορές μέσω έκδοσης 5ετούς senior preferred ομολόγου συγκέντρωσε προσφορές άνω των 2,4 δισ. από περισσότερους από 200 επενδυτές υπερκαλύπτοντας κατά περισσότερο από 4 φορές το ποσό της έκδοσης. Πάνω από το 70% κατανεμήθηκε σε Διαχειριστές Κεφαλαίων, Ασφαλιστικά και Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Η έκδοση της 10ετές ομόλογο Tier 2 της Πειραιώς, υπερκαλύφθηκε περισσότερο από τρεις φορές έχοντας συγκεντρώσει κεφάλαια άνω του 1,8 δισ. ευρώ με τη συμμετοχή περισσοτέρων από 145 θεσμικούς επενδυτές.
Με σημαντική υπερκάλυψη, κατά 6 φορές ολοκληρώθηκε και η δημοπρασία 10ετούς ομολόγου της Eurobank, ενώ οι προσφορές άγγιξαν τα 1,8 δισ. ευρώ, με υψηλό το ενδιαφέρον από ξένα funds.