Για την ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, η ανακοίνωση της εταιρίας δεν έχει αναρτηθεί στην επίσημη ιστοσελίδα του Χρηματιστηρίου, κάτι μας προκαλεί ανησυχία και προβληματισμό καθώς η εταιρία είναι εισηγμένη, αφήνοντας έτσι την μετοχή στη τύχη της, ΔΕΗ €2,0560 -0,2240 -9,82%
Η Απάντηση της ΔΕΗ
Η ΔΕΗ είναι και θα γίνει ισχυρότερη
Όπως αναφέρει η ΔΕΗ είναι φανερό πως πέφτουν στο κενό οι κατά καιρούς εκκλήσεις μας ότι η ΔΕΗ, ως εθνικό κεφάλαιο, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με κριτική μεν και με προτάσεις, αλλά προπαντός με υπευθυνότητα, μακριά από σκοπιμότητες της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας.
«Είναι φαίνεται αδιάφορο σε ορισμένους αν έτσι, εκτός των άλλων, τροφοδοτείται η υποτιμητική κερδοσκοπία σε βάρος των μετόχων – ιδίως των μικρών. Ωστόσο, η ίδια η Επιχείρηση, πέρα από πρόσκαιρες επικοινωνιακές εντυπώσεις, θα ξεπεράσει αλώβητη και αυτήν την επίθεση.» τονίζει η επιχειρήση.
Τελευταία επίθεση -αποκορύφωμα(;)- το πρόσφατο δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας με «αποκαλύψεις» τόσο για το Business Plan που εκπονεί η McKinsey, όσο και για την πορεία των διαπραγματεύσεων με τις τράπεζες ως προς την αναχρηματοδότηση του κοινοπρακτικού δανείου των 1,3 δισ. ευρώ.
Όπως σημειώνει η ΔΕΗ για μεν το πρώτο, το οποίο στηρίζεται σε διαρροές παλαιού κειμένου εργασίας της McKinsey, πέραν της ανευθυνότητας, με την αποσπασματική και επιλεκτική αναφορά για να «προκύψουν» τα συμπεράσματα που επιθυμούν οι ίδιοι, δεν προστίθεται τίποτε καινούριο. Απεναντίας, υπολείπεται των στοιχείων που έδωσε στη δημοσιότητα με υπευθυνότητα η ίδια η Επιχείρηση ανακοινώνοντας τα οικονομικά αποτελέσματα του 2017. Αποτελέσματα που η ψύχραιμη και αντικειμενική οικονομική ανάλυση αξιολόγησε στις σωστές τους διαστάσεις, επιβεβαιώνοντας τις θέσεις της Διοίκησης, γεγονός που αποτυπώθηκε στο Χρηματιστήριο πριν εκδηλωθεί η επίθεση υποτιμητικής κερδοσκοπίας.
Με την ολοκλήρωση του Επιχειρηματικού και Στρατηγικού Σχεδίου σε λίγες μέρες, η επιχείρηση θα ενημερώσει υπεύθυνα και διεξοδικά όλους τους ενδιαφερόμενους, εργαζομένους, μετόχους και γενικά την επενδυτική κοινότητα και την κοινωνία. Τονίζουμε πάντως εμφατικά ότι αντίθετα με το «συμπέρασμα» του δημοσιεύματος και τις συνεπαγόμενες εντυπώσεις, με το Business Plan προσδιορίζονται όλες οι βασικές παράμετροι, κατευθύνσεις και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που είναι αναγκαίες όχι για τη βιωσιμότητα αλλά για την προσαρμογή της ΔΕΗ στις νέες συνθήκες και την ανάπτυξη και ισχυροποίησή της. Κατευθύνσεις που επικυρώνουν τις μέχρι σήμερα πρωτοβουλίες της επιχείρησης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο, η αποσπασματική παράθεση ξεπερασμένων στοιχείων δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται. θα συνιστούσαμε λοιπόν την επιβαλλόμενη σοβαρότητα, εκτός εάν κάποιοι νομίζουν ότι η αναχρηματοδότηση δανείων ύψους 1,3 δισ. ευρώ είναι, ιδιαίτερα στις μέρες μας, υπόθεση ρουτίνας.
”Πάντως, ας μην «ανησυχούν». Η υπόθεση, όπως έχουμε δηλώσει, εξελίσσεται θετικά. Υπομονή λίγες μέρες ακόμη. Και τότε κάποιοι, για μια ακόμη φορά θα εκτεθούν.” καταλήγει η ΔΕΗ.
Στα 60 εκ. ευρώ το άνοιγμα των ΕΛΤΑ προς τη ΔΕΗ
Στα 60 εκ. ευρώ και όχι στα 20 εκ. ευρώ όπως είχε αρχικά εκτιμηθεί, υπολογίζεται ότι φτάνει το άνοιγμα των ΕΛΤΑ προς τη ΔΕΗ, εξαιτίας της μη απόδοσης χρημάτων που καταβλήθηκαν από καταναλωτές για εξόφληση λογαριασμών ρεύματος.
Αυτό προκύπτει τόσο από συνδικαλιστικές πηγές όσο και από πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές, το πρόβλημα που έχει προκύψει είναι εξαιρετικά σοβαρό ενώ εξετάζεται να ξεκινήσουν άμεσα ακροάσεις από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, προκειμένου να επιβληθούν – εφόσον διαπιστωθούν παραβάσεις – αυστηρές κυρώσεις.
Το αυξημένο ποσό της παρακράτησης, εξηγεί και το γεγονός ότι στο συνήγορο του καταναλωτή έφτασαν αναφορές καταναλωτών, οι οποίες υποβλήθηκαν χρονικά το Μάρτιο, δηλαδή περίπου 1,5 μήνα προτού δημοσιοποιηθεί το πρόβλημα.
H ΔΕΗ την περασμένη εβδομάδα παρενέβη δύο φορές και ζήτησε από τους πελάτες της να αποφύγουν τη χρήση της ταχυπληρωμής, προτρέποντάς τους να εξοφλούν ηλεκτρονικά τους λογαριασμούς τους .
Παράλληλα όμως η ΔΕΗ διευκρίνισε ότι είναι πρακτικά αδύνατο να εφαρμοστούν οι οδηγίες της ΡΑΕ και να διευθετηθούν πιθανά προβλήματα με την έκπτωση συνέπειας των καταναλωτών, χωρίς να προσέλθουν οι πελάτες (που έχασαν την έκπτωση) στα υποκαταστήματα της ΔΕΗ.
Οι κινήσεις των ΕΛΤΑ
Από πλευράς ΕΛΤΑ πάντως, συνεχίζεται η σιωπή ασυρμάτου, αν και κάποιες πληροφορίες αναφέρουν ότι την περασμένη εβδομάδα ξεκίνησαν οι διαδικασίες ώστε να απελευθερωθούν τις επόμενες ημέρες κάποια χρήματα και να πληρωθεί μέρος των οφειλών του Δημοσίου προς τα ΕΛΤΑ.
Τα χρήματα αυτά αφορούν σε οφειλές του δημοσίου από παρασχεθείσες υπηρεσίες αλλά και από εκκρεμότητες σε σχέση με την αποζημίωση καθολικής υπηρεσία που παρέχουν τα ΕΛΤΑ.
Κυρώσεις από ΡΑΕ
Τέλος να αναφερθεί ότι στην πλευρά του Ρυθμιστή, υπάρχουν σκέψεις ακόμη και για παραπομπή της υπόθεσης στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν και εφόσον μέρος των χρημάτων διοχετεύτηκε όχι μόνο για την εξυπηρέτηση της ρευστότητας και για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών των ΕΛΤΑ αλλά περαιτέρω επηρέασε και την εκπτωτική πολιτική των ΕΛΤΑ στα τιμολόγια προμήθειας ρεύματος.
Ωστόσο αυτή τη στιγμή οι πληροφορίες και τα δεδομένα που υπάρχουν δε φαίνεται να στοιχειοθετούν μια τόσο σοβαρή υπόθεση.
Η ΔΕΗ είναι μη βιώσιμη επιχείρηση, λέει η McKinsey
Η ΔΕΗ είναι μη βιώσιμη επιχείρηση, διαπιστώνει με απόλυτο τρόπο η McKinsey, η οποία έχει προσληφθεί ως σύμβουλος από την εταιρεία για να καταρτίσει το νέο business plan, προτείνοντας ωστόσο ένα στρατηγικό πλάνο εξυγίανσης, με σχετικά μη φιλόδοξους στόχους προκειμένου να ικανοποιήσει και πολιτικές εξαρτήσεις αποκαλύπτει η Καθημερινή.
Την ίδια στιγμή, η ΔΕΗ, από τη μια δέχεται τις πιέσεις της κυβέρνησης για να μην προχωρήσει σε μέτρα που μπορεί να προκαλέσουν πολιτικούς τριγμούς και από την άλλη των τραπεζών που θέτουν αυστηρούς όρους για την αναχρηματοδότηση των δανείων της.
Η McKinsey στην πρότασή της για το 5ετές στρατηγικό σχέδιο της ΔΕΗ, που αποκαλύπτει η «Κ», περιγράφει τη ζοφερή κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα, προτείνει ένα πακέτο «έξι» δράσεων που μπορούν να την οδηγήσουν στην εξυγίανση και διαπιστώνει τις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει, ακόμη και αν καταφέρει να σταθεί στα πόδια της λόγω των αλλαγών στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού και των δομικών μεταβολών στην εγχώρια αγορά.
Για να γίνει βιώσιμη η ΔΕΗ θα πρέπει στα επόμενα 5 χρόνια να βελτιώσει τα λειτουργικά της κέρδη κατά 500 εκατ. ευρώ, εκτιμά η McKinsey και προτείνει ένα στρατηγικό σχέδιο με δύσκολα μέτρα, μεταξύ των οποίων πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου 2.000 ατόμων και αναπροσαρμογή της τιμολογιακής πολιτικής προς τα πάνω, ξεκινώντας από τη σταδιακή μείωση των εκπτώσεων που παρέχει σήμερα η ΔΕΗ και την επιβολή αυξήσεων σε συγκεκριμένες κατηγορίες πελατών.
Βασικός πυλώνας του σχεδίου της McKinsey είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς αναγνωρίζει ότι «η οικονομική βιωσιμότητα των θερμικών μονάδων αναμένεται να είναι δύσκολη, με τις μονάδες του λιγνίτη ακόμη περισσότερο, ακόμη και με φιλόδοξη μείωση του κόστους και διαφορετικά σενάρια υποβολής προσφορών».
Η πλέον οικονομικά ανταγωνιστική τεχνολογία τα επόμενα χρόνια θα είναι οι ΑΠΕ, καθώς μειώνεται το κατασκευαστικό κόστος για νέα δυναμικότητα, επισημαίνει η McKinsey και καλεί τη ΔΕΗ να αυξήσει την παραγωγική της δυναμικότητα στις ΑΠΕ κατά 2,5 GW μέχρι το 2030.
Στις βασικές προτάσεις είναι και η εντατικοποίηση της προσπάθειας αντιμετώπισης των ανεξόφλητων λογαριασμών. Ενα από τα θέματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η ΔΕΗ, ακόμη και μετά την υλοποίηση του προτεινόμενου business plan, είναι η σημαντική έκθεσή της στη λιανική αγορά, καθώς μία μεγάλη κατηγορία καταναλωτών, όπως η βαριά βιομηχανία, οι αγρότες και οι κακοπληρωτές, δεν πρόκειται να μετακινηθεί σε ανταγωνιστικούς παρόχους. Δίνει, επίσης, κατευθύνσεις για πιο ασφαλείς επενδύσεις, όπως στη διανομή καθώς και σε νέες δραστηριότητες, όπως στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και στις ενεργειακές υπηρεσίες, επισημαίνοντας ότι η ΔΕΗ θα πρέπει να αξιολογήσει προσεκτικά και πολλά άλλα προϊόντα και να επικεντρωθεί σε αυτά που μπορούν να εφαρμοστούν στην ελληνική αγορά.
Η κατάσταση σήμερα
Το καθαρό χρέος της ΔΕΗ είναι σήμερα 8-9 φορές μεγαλύτερο από τα λειτουργικά της κέρδη, σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης McKinsey. Ο αντίστοιχος λόγος καθαρού χρέους προς λειτουργικά κέρδη, κατά μέσον όρο σε παρόμοιες εταιρείες της Ευρώπης που έχει λάβει υπόψη της η McKinsey, όπως η RWE, η ΕΝGIE, η ΕΟΝ και η ΕDF, είναι 3,5. Για να μπει η ΔΕΗ σε μια βιώσιμη πορεία, θα πρέπει η σχέση καθαρού χρέους-λειτουργικής κερδοφορίας να φτάσει στο 4-6 και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με αύξηση των λειτουργικών κερδών κατά 450-550 εκατ. ευρώ μέχρι το 2022.
«Τα επόμενα 5 χρόνια, η ΔΕΗ θα χρειαστεί μια βελτίωση της τάξεως των 500 εκατ. στο EBITDA της για να είναι βιώσιμη ως εταιρεία (σε σχέση με τον δανεισμό της)», αναφέρει χαρακτηριστικά. Εάν δεν ληφθούν μέτρα, τότε τα ΕΒΙΤDA θα υποχωρήσουν το 2022 στα 330 εκατ. και το καθαρό χρέος από 4,112 δισ. το 2017 θα φτάσει στα 5,450 δισ. ευρώ το 2022. Στα σενάριά της η McKinsey λαμβάνει υπόψη πρόβλεψη για ΕΒΙTDA το 2017 στα 440 εκατ. ευρώ, αποτέλεσμα προφανώς μιας πιο πραγματικής προσέγγισης του μεγέθους σε σχέση με τα 804,7 εκατ. ευρώ που κατέγραψε στον ισολογισμό της η ΔΕΗ, αναπροσαρμόζοντας προς τα κάτω κατά 400 εκατ. ευρώ τις επισφαλείς απαιτήσεις. Υπολογίζει, επίσης σε βελτίωση των ΕΒΙΤDA έως 100 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων και της κατάργησης των ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ενέργειας).
Τι ζητούν οι τράπεζες για να αναχρηματοδοτήσουν το δάνειο του 1,3 δισ. ευρώ
Μεγάλες εξασφαλίσεις ζητούν οι τράπεζες για να δεχθούν να αναχρηματοδοτήσουν το δάνειο του 1,3 δισ. που λήγει το 2019, αλλά και για να αναλάβουν ένα μέρος του ομολόγου που λήγει επίσης την ίδια χρονιά. Πριν από μερικά έτη, η δανειοδότηση της ΔΕΗ ήταν «περίπατος». Στην κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει πλέον η ίδια, αλλά και δεδομένων των εποπτικών περιορισμών που έχουν οι τράπεζες, η αναχρηματοδότηση ενός τόσο μεγάλου δανεισμού είναι προϊόν σκληρών διαπραγματεύσεων, με τους πιστωτές να ζητούν την ενεχυρίαση περιουσιακών στοιχείων και σίγουρων εσόδων προκειμένου να συμφωνήσουν.
Στις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη εδώ και μήνες, η πλευρά των τραπεζών με τη συνδρομή και της Rothschild ζητεί:
1. Το σύνολο των εσόδων από την πώληση των λιγνιτικών μονάδων Φλώρινας και Μεγαλόπολης.
2. Τα επιπλέον έσοδα από την είσπραξη των ανεξόφλητων οφειλών σε ετήσια βάση. Συγκεκριμένα, για φέτος η ΔΕΗ έχει βάλει στόχο την είσπραξη 50 εκατ. ευρώ από ανεξόφλητες οφειλές και, σύμφωνα με την ενημέρωση που είχαν οι τράπεζες από τον επικεφαλής της ΔΕΗ Μανόλη Παναγιωτάκη, ο στόχος θα υπερκαλυφθεί και θα φτάσει τα 150 εκατ. ευρώ. Οι τράπεζες απαιτούν να εισπράξουν τα 100 εκατ. επιπλέον και μάλιστα προκαταβολικά, βάσει της εκτίμησης για την απόδοση και όχι απολογιστικά. Ανεξάρτητα δηλαδή από το εάν πράγματι η ΔΕΗ θα καταφέρει να βάλει στα ταμεία της αυτά τα ποσά.
3. Αύξηση των ενεχύρων κατά 300 εκατ. ευρώ μέσω της εκχώρησης συμβάσεων μεγάλων πελατών.
Οι τράπεζες παρακολουθούν επίσης στενά το στρατηγικό σχέδιο που καταρτίζει για τη ΔΕΗ η ΜcKinsey και, μέσω της Rothschild που διαπραγματεύεται για λογαριασμό τους, πιέζουν για τολμηρότερους στόχους καθώς δεν έχουν πειστεί ότι μπορεί να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ. Ενα από τα προαπαιτούμενα εξάλλου που έχουν θέσει οι τράπεζες για την αναχρηματοδότηση της ΔΕΗ είναι η στενή παρακολούθηση της υλοποίησης του πενταετούς business plan που καταρτίζει η ΜcKinsey.
Ο κ. Παναγιωτάκης δεν λέει «όχι» επί της αρχής, όσον αφορά τα προαπαιτούμενα που θέτουν οι τράπεζες, έχοντας προφανώς πλήρη επίγνωση της δραματικής οικονομικής κατάστασης της ΔΕΗ. Επιδιώκει ωστόσο να περιορίσει κατά το δυνατόν τα ποσά που θα φύγουν από τα ταμεία της επιχείρησης προς τις τράπεζες με βασικό επιχείρημα ότι η ΔΕΗ έχει κι άλλες υποχρεώσεις να εξυπηρετήσει. Οι τράπεζες από την πλευρά τους αναγνωρίζουν ότι δεν μπορούν να αφήσουν τη ΔΕΗ να χρεοκοπήσει, ωστόσο το μέγεθος της χρηματοδότησης είναι μεγάλο και δεν μπορούν να το διαθέσουν χωρίς αυστηρούς όρους.
Ο κ. Παναγιωτάκης έχει, σύμφωνα με πληροφορίες, ζητήσει από τις συστημικές τράπεζες να αναλάβουν και την αναχρηματοδότηση μέρους του ομολόγου (περί τα 100-150 εκατ. ευρώ) των 500 εκατ. ευρώ, το οποίο λήγει επίσης το 2019, και η ΔΕΗ έχει προπληρώσει εξ αυτών στους ομολογιούχους τα 150 εκατ. ευρώ.
Για να αναλάβουν οι τράπεζες τη χρηματοδότηση του ομολόγου αυτού, ζήτησαν, κατά τις ίδιες πληροφορίες, την ενεχυρίαση μετοχών της ΔΕΗ ΑΠΕ, κάτι που η ΔΕΗ απέρριψε κατηγορηματικά.
Η ΔΕΗ το 2018 θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσει και δάνειο ύψους 190 εκατ. ευρώ προς την ΕΤΕπ με την οποία βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις. Η διοίκηση της ΔΕΗ επιδιώκει την έγκαιρη ολοκλήρωση συμφωνίας με τις τράπεζες για την αναχρηματοδότηση των δανείων της, αφού χωρίς αυτή δεν μπορεί να προχωρήσει η έναρξη του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών της μονάδων.
Μικρό καλάθι για τα έσοδα από τις λιγνιτικές μονάδες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκτιμήσεις της McKinsey για το μέλλον του λιγνίτη ως καυσίμου στην ηλεκτροπαραγωγή, αλλά και τα σενάρια που φαίνεται να έχει κάνει για την αποτίμηση των μονάδων Φλώρινας και Μεγαλόπολης. «Η οικονομική βιωσιμότητα των θερμικών μονάδων αναμένεται να είναι δύσκολη, με τις μονάδες λιγνίτη περισσότερο, ακόμη και με φιλόδοξη μείωση του κόστους και διαφορετικά σενάρια υποβολής προσφορών», αναφέρει χαρακτηριστικά η μελέτη στην οποία η McKinsey στήριξε τις προτάσεις της για το νέο business plan της ΔΕΗ. Επισημαίνει επίσης ότι θα αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) λόγω της μείωσης του κατασκευαστικού κόστους των αντίστοιχων τεχνολογιών.
Πρόκειται για αυτονόητα συμπεράσματα στα οποία το business plan καταλήγει λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού που έχουν δρομολογήσει η πολιτική της κλιματικής αλλαγής και οι στόχοι που έχει θέσει η Ε.Ε. για μείωση των εκπομπών CO2 κατά 40% έως το 2030.
Η μελέτη ενσωματώνει στοιχεία που δείχνουν τη «φυγή» των μεγάλων εταιρειών ηλεκτρισμού της Ευρώπης από τον άνθρακα (RWE, ΕΝGE, ΕΟΝ, ΕDF κ.ά.) και τη στροφή προς τις ΑΠΕ, στρατηγική που εμφανίζεται σήμερα ως μονόδρομος για μια βιώσιμη ανάπτυξη.
Η Γαλλία, διά του προέδρου της Εμανουέλ Μακρόν, ανακοίνωσε τον περασμένο Σεπτέμβριο την πρόθεσή της να κλείσει όλες τις μονάδες άνθρακα μέχρι το 2021 και η Ιταλία, ένα μήνα αργότερα, ότι θα αποσύρει όλες τις ανθρακικές μονάδες έως το 2030. Η Μεγάλη Βρετανία έχει αποφασίσει να κλείσει όλα τα εργοστάσια άνθρακα έως το 2025, ενώ μαζί με τον Καναδά έχουν αποφασίσει να σχηματίσουν μια παγκόσμια συμμαχία κατά του άνθρακα.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η ΔΕΗ θα αναζητήσει επενδυτές για τις λιγνιτικές μονάδες της Φλώρινας και της Μεγαλόπολης. Ο ίδιος ο επικεφαλής της ΔΕΗ Μανόλης Παναγιωτάκης έχει πει στη Βουλή ότι για να επενδύσει κάποιος και να προσφέρει ένα εύλογο τίμημα θα πρέπει ο λιγνίτης να στηριχθεί με επιδοτήσεις (δωρεάν CO2, AΔΙ κ.λπ.). Η McKinsey υπολογίζει τα έσοδα για τη ΔΕΗ από την πώληση των λιγνιτικών μονάδων και την κατάργηση των ΝΟΜΕ σε 0-100 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι έχει κάνει σενάριο τόσο για την αποτυχία του διαγωνισμού όσο και για κάποιο συμβολικό τίμημα, δεδομένου ότι η ΔΕΗ στα αποτελέσματα του 2017 υπολογίζει την επιβάρυνση από τα ΝΟΜΕ στα 92,1 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για άκρως ρεαλιστικά σενάρια. Το 2016 η σουηδική Vattenfal ήρθε σε συμφωνία με την τσεχική EPH για την πώληση μεριδίων της σε τέσσερις λιγνιτικούς σταθμούς δυναμικότητας 8.000 μεγαβάτ και σε πέντε λειτουργούντα ορυχεία στην ανατολική Γερμανία σε συμβολική τιμή του ενός ευρώ, σύμφωνα με πηγές της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού. Η σουηδική εταιρεία εκτίμησε πως η εκποίηση θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στον ισολογισμό του έτους, αλλά η διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερες απώλειες, λόγω του κόστους των CO2.
Πηγη: Καθημερινή της Κυριακής