Συνέπειες στα δημοσιονομικά μεγέθη εκτιμά ότι θα έχουν οι φυσικές καταστροφές το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεσή του για το Β’ τρίμηνο του 2023.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, πλέον, αβεβαιότητες, τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο όσο και σε όρους ρυθμού ανάπτυξης την ελληνικής οικονομίας, γεννούν οι καταστροφικές επιπτώσεις από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες.
Επίσης αναφέρει ότι, με τα έως τώρα δεδομένα, οι στόχοι του προϋπολογισμού για ρυθμό ανάπτυξης 2,3% και πρωτογενές αποτέλεσμα 0,7% του ΑΕΠ φαίνεται να επιτυγχάνονται, υπό την προϋπόθεση μιας σειράς λεπτών χειρισμών.
Στα θετικά, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τον οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar. Αν και το Γραφείο Προϋπολογισμού δεν θεωρεί ότι κινδυνεύει άμεσα ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,7% του ΑΕΠ φέτος, θεωρεί ότι οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα λόγω των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών.
Πιο συγκεκριμένα, η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους σημειώνει ότι οι καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στην Θεσσαλία ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις. Στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, σύμφωνα με την έκθεση, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας.
Αποτίμηση
Στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας.
Από δημοσιονομική άποψη, οι δύο κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι, αφενός, η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους και αφετέρου, η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων, ώστε να μη συγκεντρωθούν εξ ολοκλήρου σε ένα μόνο έτος.
Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
Προκλήσεις
Οι δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές προκλήσεις των φυσικών καταστροφών αποτελούν επιμέρους πλευρές της ευρύτερης υπαρξιακής πρόκλησης που θέτει η κλιματική κρίση. Η αναμενόμενη αυξημένη ένταση και συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων απαιτεί ενίσχυση του ρόλου του κράτους καθώς η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι θεμελιώδης υποχρέωσή του.
Επιπρόσθετα, «είναι αμφίβολο πώς ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, παρά το σημαντικά θετικό τους ρόλο στην κάλυψη και αντιμετώπιση κινδύνων, θα μπορούσαν να καλύψουν στο σύνολό τους καταστροφές τέτοιας κλίμακας. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος των δαπανών που θα απαιτηθούν για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και υποδομές αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση, διαχείριση και οργάνωσή τους». Η χώρα μας, σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους, δεν υστερεί ούτε σε εξοπλισμό, ούτε σε προσωπικό, ούτε και σε εν γένει δαπάνες για την πολιτική προστασία, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.
Με βάση την έκθεση ο ρόλος του κράτους δεν εξαντλείται στις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση των δημόσιων υποδομών αλλά αφορά τον ευρύτερο προγραμματισμό και, τελικά, τη χρηματοδότηση ενός προτύπου ανάπτυξης που θα είναι πιο ανθεκτικό στις φυσικές καταστροφές. Συνεπώς, «είναι απαραίτητο να ληφθεί πρόνοια ώστε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο να προβλέπει ειδική μεταχείριση για τις δημόσιες επενδύσεις, αλλά και συνολικά τις δαπάνες για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και του κόστους μετάβασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Τέλος, δεδομένου ότι η περιοχή της Μεσογείου βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, απαιτούνται πρόσθετοι κοινοί ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δαπανών στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο».