Ένωση Δανειοληπτών: Οι παγίδες που στήνουν οι εισπρακτικές στους οφειλέτες – Τρόποι αντιμετώπισης

Οι εισπρακτικές εταιρείες, ή αλλιώς οι εταιρείες διαχείρισης χρεών (servicers), έχουν κατηγορηθεί επανειλημμένα από ενώσεις δανειοληπτών για τις αμφιλεγόμενες πρακτικές τους. Παρόλο που οι εταιρείες αυτές αναλαμβάνουν τη διαχείριση δανείων και οφειλών για λογαριασμό τραπεζών και άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, οι τρόποι με τους οποίους αλληλεπιδρούν με τους δανειολήπτες συχνά θεωρούνται αδιαφανείς και επιβαρυντικοί. Σύμφωνα με πρόσφατες καταγγελίες της Ένωσης Δανειοληπτών, υπάρχουν παγίδες που αυτές οι εταιρείες στήνουν στους οφειλέτες, κάνοντας τη διαδικασία ρύθμισης των χρεών δυσχερή και περίπλοκη.

Έλλειψη διαφάνειας και ασυνέπεια στην επικοινωνία

Ένας από τους βασικούς ισχυρισμούς είναι ότι οι εισπρακτικές αποφεύγουν να απαντήσουν εγγράφως στα αιτήματα των δανειοληπτών. Η γραπτή επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για την καταγραφή και την επιβεβαίωση οποιασδήποτε συμφωνίας, αλλά οι εταιρείες διαχείρισης συχνά προτιμούν την τηλεφωνική επικοινωνία ή ακόμα και την ηλεκτρονική μέσω email, χωρίς να παρέχουν σαφείς και διαφανείς απαντήσεις. Επιπλέον, οι δανειολήπτες καταγγέλλουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη η προσωπική επικοινωνία με τους εκπροσώπους των εταιρειών αυτών, δημιουργώντας έτσι ένα φράγμα για την επίλυση των υποθέσεων.

Υψηλές προκαταβολές για ρυθμίσεις

Μια άλλη παγίδα που επισημαίνεται αφορά τις υπέρογκες προκαταβολές που ζητούνται για τη ρύθμιση δανείων. Αυτό το εμπόδιο συχνά αποθαρρύνει τους δανειολήπτες από το να συνεχίσουν τη διαδικασία της ρύθμισης, καθώς οι απαιτούμενες προκαταβολές μπορεί να ξεπερνούν τις οικονομικές δυνατότητές τους.

Ψηφιακός αναλφαβητισμός και αποκλειστική ηλεκτρονική επικοινωνία

Οι εισπρακτικές εταιρείες προτιμούν την επικοινωνία και τις ρυθμίσεις μέσω ηλεκτρονικών μέσων, όπως email ή πλατφόρμες. Αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα σε δανειολήπτες που δεν είναι εξοικειωμένοι με την τεχνολογία ή που δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, δημιουργώντας ένα επιπλέον εμπόδιο στη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών τους.

 Αυστηροί όροι και περιορισμένες επιλογές

Οι προτεινόμενες λύσεις από τις εταιρείες διαχείρισης χρεών συχνά περιορίζονται σε δύο βασικά σενάρια: είτε εφάπαξ εξόφληση, είτε αποπληρωμή με δόσεις σε περιορισμένο χρονικό διάστημα. Η συνήθης διάρκεια των ρυθμίσεων είναι 8 έως 10 έτη, κάτι που για πολλούς δανειολήπτες δεν είναι εφικτό, καθώς οι μηνιαίες δόσεις που προκύπτουν είναι ιδιαίτερα υψηλές.

Ταχύτητα πλειστηριασμών και ανευθυνότητα

Οι εισπρακτικές εταιρείες εφαρμόζουν ταχεία διαδικασία πλειστηριασμών, συχνά χωρίς να δίνουν στους δανειολήπτες τον απαραίτητο χρόνο ή τις πληροφορίες για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις τους. Επιπλέον, παρατηρείται έλλειψη σταθερών εκπροσώπων που χειρίζονται τις υποθέσεις, κάτι που δημιουργεί ασυνεννοησία και καθυστερήσεις στις διαδικασίες.

Αλγοριθμικές αποφάσεις χωρίς κοινωνικά κριτήρια

Ένα από τα σοβαρότερα ζητήματα είναι ότι οι λύσεις που προσφέρουν οι εισπρακτικές βασίζονται σε αλγοριθμικές αξιολογήσεις, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη μόνο την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, χωρίς να συνεκτιμούν κοινωνικά ή ιατρικά κριτήρια. Έτσι, άνθρωποι που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας ή άλλες δυσκολίες βρίσκονται χωρίς καμία υποστήριξη ή ευελιξία.

Γραφειοκρατία και χρονοβόρες διαδικασίες

Οι δανειολήπτες αναφέρουν ότι η διαδικασία αξιολόγησης των αιτημάτων ρύθμισης είναι υπερβολικά χρονοβόρα, με τις εισπρακτικές να ζητούν πληθώρα εγγράφων, κάτι που προσθέτει επιπλέον πίεση στους οφειλέτες. Ακόμα και όταν επιτυγχάνεται μια συμφωνία ρύθμισης, η διαδικασία μπορεί να μπλοκαριστεί από εσωτερική ασυνεννοησία μεταξύ των τμημάτων των εισπρακτικών εταιρειών.

Έλλειψη πληροφόρησης και υπερβολική χρέωση

Τέλος, η ανεπαρκής πληροφόρηση για αλλαγές στις συνθήκες αποπληρωμής, όπως οι μεταβολές στα επιτόκια, δημιουργεί περαιτέρω δυσκολίες για τους δανειολήπτες. Παράλληλα, παρατηρείται η ενσωμάτωση μη λογιστικοποιημένων τόκων, γεγονός που φουσκώνει τις οφειλές έως και κατά 300%, επιβαρύνοντας σημαντικά τους οφειλέτες.

Αναλυτικότερα οι εκπρόσωποι των servicers ακολουθούν συγκεκριμένες πρακτικές ώστε να αποφεύγουν τις ρυθμίσεις. Τα αγκάθια που στήνουν αφορούν: 

  1. Επικοινωνίες μόνο τηλεφωνικά ή μέσω ηλεκτρονικών πλατφορμών, όπου διατίθενται, και δυσκολία δια ζώσης επικοινωνίας με εκπροσώπους στα γραφεία τους.
  2. Απαίτηση  κυρίως, ηλεκτρονικής επικοινωνίας και ρύθμισης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με τους δανειολήπτες, αδιαφορώντας για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν εξαιτίας του ψηφιακού αναλφαβητισμού.
  3. Ανυπαρξία σταθερών εκπροσώπων ανά εξεταζόμενη υπόθεση.
  4. Συνειδητή ανυπαρξία κοινωνικών κριτηρίων ή κριτηρίων για τις περιπτώσεις αποδεδειγμένα σοβαρών ασθενειών.
  5. Λύσεις μόνο βάσει αλγοριθμικών οδηγιών και περιουσιακής κατάστασης των δανειοληπτών.
  6. Δυσκολίες στις ρυθμίσεις με παρουσίαση μόνο δύο λύσεων: είτε με εφάπαξ εξόφληση είτε με μηνιαίες δόσεις σε περιορισμένο χρονικό ορίζοντα (συνήθως 8-10 έτη).
  7. Απαιτήσεις εξωφρενικών  προκαταβολών βάσει εμπορικών αξιών για τη ρύθμιση στεγαστικών δανείων, ανεξαρτήτως δυνατοτήτων δανειοληπτών.
  8. Ταχεία  διαδικασία εισπράξεων οφειλών μέσω πλειστηριασμών.
  9. Αποφυγή ρυθμίσεων από αρκετές ΑΕΔΑΔΠ με έγγραφα, πέρα από μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και απλών κωδικών πληρωμής RF για χρήση σε ταμεία τραπεζών ή ebanking.
  10. Χρονοβόρα διαδικασία εξέτασης αιτημάτων ρυθμίσεων αλλά και παραλαβής εξοφλητικών αποδείξεων αποπληρωμής.
  11. Χρονοβόρα διαδικασία εκτίμησης εγγράφων δανειοληπτών.
  12. Γραφειοκρατική αντιμετώπιση, με απαιτήσεις πληθώρας εγγράφων από οφειλέτες.
  13. Ενδοεταιρική ασυνεννοησία και ευθυνοφοβία των τμημάτων.
  14. Μετά την έκδοση πρακτικού συμφωνίας ρύθμισης με μηνιαίες δόσεις, άρνηση μείωσης των τόκων από τους servicers, εφόσον ο δανειολήπτης μελλοντικά αποκτήσει την δυνατότητα εφάπαξ καταβολής.
  15. Μη συνεκτίμηση των οφειλών των δανειοληπτών σε ΑΑΔΕ, ΕΦΚΑ ή άλλων υποχρεώσεων και δανείων.
  16. Καμία ευελιξία σε μικρές αποκλίσεις των δανειοληπτών στις ημερομηνίες καταβολής των οφειλών.
  17. Ελλιπής ενημέρωση προς ενήμερους δανειολήπτες για τις μεταβολές επιτοκίων ή την αλλαγή τραπεζικών λογαριασμών.
  18. Μη παροχή πρακτικών οδηγιών για τη συνέχιση ενήμερων καταβολών δανειοληπτών, όταν τα δάνεια μεταβιβάζονται στην δευτερογενή αγορά από τράπεζες σε servicers ή αντίστροφα.
  19. Ενσωμάτωση στα καθυστερημένα υπόλοιπα μη λογιστικό ποιμένων τόκων, με αποτέλεσμα φούσκωμα των οφειλών ακόμα και 300%

    Οι πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών δημιουργούν τεράστια εμπόδια στους δανειολήπτες που προσπαθούν να ρυθμίσουν τα χρέη τους. Η έλλειψη διαφάνειας, οι αυστηροί όροι, οι γραφειοκρατικές διαδικασίες και η έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας είναι μόνο μερικές από τις παγίδες που στήνουν οι εταιρείες αυτές. Οι ενώσεις δανειοληπτών απαιτούν την εφαρμογή αυστηρότερων κανονισμών και την προστασία των οφειλετών από τέτοιες πρακτικές, με στόχο την ελάφρυνση των χρεών και την προστασία των ανθρώπων που βρίσκονται σε οικονομική δυσχέρεια.

    Τρόποι Αντιμετώπισης των Πρακτικών των Εισπρακτικών Εταιρειών

    Για να αντιμετωπίσουν οι δανειολήπτες τις αθέμιτες πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών, υπάρχουν ορισμένοι αποτελεσματικοί τρόποι και μέτρα που μπορούν να ακολουθήσουν. Παρά τις προκλήσεις, υπάρχουν στρατηγικές που μπορούν να προστατεύσουν τους οφειλέτες και να διευκολύνουν τη διαδικασία ρύθμισης των χρεών τους.

    1. Σαφής επικοινωνία και απαίτηση εγγράφων αποδείξεων

    Ένας βασικός τρόπος προστασίας είναι η απαίτηση γραπτής επικοινωνίας με την εισπρακτική εταιρεία. Οι οφειλέτες πρέπει να ζητούν όλες τις προσφορές, τις προτάσεις ρύθμισης, αλλά και τις συμφωνίες να αποτυπώνονται εγγράφως. Έτσι, εξασφαλίζεται ότι υπάρχουν αποδείξεις για όσα έχουν συμφωνηθεί και αποφεύγεται η παραπληροφόρηση ή η ασάφεια.

    2. Συμβουλή από εξειδικευμένους δικηγόρους ή συμβούλους

    Η λήψη συμβουλών από δικηγόρους εξειδικευμένους σε θέματα χρεών ή από ενώσεις καταναλωτών είναι εξαιρετικά σημαντική. Οι ειδικοί μπορούν να καθοδηγήσουν τους δανειολήπτες σε πολύπλοκες καταστάσεις, να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν τις επιλογές τους και να τους προστατεύσουν από αθέμιτες απαιτήσεις. Επιπλέον, μπορούν να αναλάβουν τη διαπραγμάτευση των όρων ρύθμισης με την εισπρακτική εταιρεία.

    3. Χρήση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών είναι ένα εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από δανειολήπτες για να διαπραγματευτούν με τις εταιρείες διαχείρισης χρεών μέσω μιας πιο οργανωμένης διαδικασίας. Πρόκειται για έναν μηχανισμό που μπορεί να προσφέρει καλύτερους όρους και να αποφύγει τη μονομερή επιβολή όρων από τις εισπρακτικές.

    4. Καταγγελίες στις αρμόδιες αρχές

    Οι δανειολήπτες μπορούν να καταγγέλλουν αθέμιτες πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών στις αρμόδιες αρχές, όπως την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και το Συνήγορο του Καταναλωτή. Οι φορείς αυτοί μπορούν να επιβάλουν κυρώσεις στις εταιρείες και να διασφαλίσουν τα δικαιώματα των οφειλετών.

    5. Ομαδικές δράσεις και συλλογική διεκδίκηση

    Οι οφειλέτες μπορούν να συμμετέχουν σε ομαδικές δράσεις ή σε συλλογικές καταγγελίες μέσω ενώσεων καταναλωτών ή δανειοληπτών. Με αυτόν τον τρόπο, ασκείται μεγαλύτερη πίεση στις εισπρακτικές εταιρείες και προωθούνται νομοθετικές ρυθμίσεις που προστατεύουν καλύτερα τα δικαιώματα των οφειλετών.

    6. Διαπραγμάτευση ρεαλιστικών όρων ρύθμισης

    Κατά τη διαπραγμάτευση με τις εισπρακτικές, οι οφειλέτες πρέπει να επιμένουν σε ρεαλιστικούς όρους που ανταποκρίνονται στην πραγματική τους οικονομική κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι οι δανειολήπτες πρέπει να παρουσιάσουν τεκμηριωμένες αποδείξεις της οικονομικής τους δυνατότητας και να ζητήσουν ευέλικτες δόσεις που θα μπορούν να εξυπηρετήσουν μακροπρόθεσμα.

    7. Παρακολούθηση των αλλαγών στην νομοθεσία

    Η συνεχής ενημέρωση για τις αλλαγές στη νομοθεσία που αφορούν τις εισπρακτικές εταιρείες και τις διαδικασίες ρύθμισης χρεών είναι κρίσιμη. Οι οφειλέτες μπορούν να παρακολουθούν εξελίξεις μέσα από ενημερωτικά μέσα, νομικούς συμβούλους ή τις ενώσεις δανειοληπτών, για να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και να τα διεκδικήσουν.

    8. Αξιοποίηση της προστασίας από πλειστηριασμούς

    Σε περιπτώσεις όπου κινδυνεύουν από πλειστηριασμό, οι οφειλέτες πρέπει να ενημερωθούν για τις δυνατότητες προστασίας μέσω νομικών διαδικασιών. Υπάρχουν μηχανισμοί που μπορούν να προστατεύσουν την κύρια κατοικία, ενώ οι οφειλέτες μπορούν να ζητήσουν δικαστική προστασία, εάν πληρούν τις προϋποθέσεις.

    9. Διαφάνεια και απαιτήσεις για λογιστικούς ελέγχους

    Οι οφειλέτες μπορούν να ζητήσουν πλήρη και λεπτομερή λογαριασμό της οφειλής τους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και των λοιπών χρεώσεων. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούν να διαπιστώσουν αν οι τόκοι ή οι επιβαρύνσεις που τους έχουν επιβληθεί είναι ακριβείς ή υπερβολικοί.

    10. Συμμετοχή σε προγράμματα κρατικής επιδότησης

    Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δανειολήπτες μπορούν να επωφεληθούν από κρατικά προγράμματα επιδότησης ή στήριξης, τα οποία προσφέρουν βοήθεια σε ευάλωτες ομάδες. Αυτά τα προγράμματα μπορούν να βοηθήσουν στην αποπληρωμή μέρους της οφειλής ή να προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση από τις πιέσεις των εισπρακτικών.

    Οι αθέμιτες πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μέσω προσεκτικής στρατηγικής, νομικής προστασίας και συλλογικής δράσης. Με την κατάλληλη ενημέρωση, τις σωστές συμβουλές και τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους, οι δανειολήπτες μπορούν να εξασφαλίσουν δικαιότερους όρους ρύθμισης και να αποφύγουν τις υπερβολικές πιέσεις και αδικίες.