Ελλάδα 2021: Κίνδυνοι και προκλήσεις για τη Γιάννα Αγγελοπούλου, την Επιτροπή της και τα κόμματα

Του Γ. Λακόπουλου

Κανείς δεν το έχει επισημάνει ως τώρα: η διοργάνωση της 200ετηρίδας από την Ελληνική Επανάσταση, είναι εγχείρημα όχι μόνο απείρως σπουδαιότερο  από την Ολυμπιάδα του 2004, αλλά και ποικιλοτρόπως πολυπλοκότερο.

Τότε υπήρχε ένα «μάνιουαλ». Τώρα υπάρχει  διεθνής οικονομικός έλεγχος στη χώρα, μια ιστορική διαδρομή σπαρμένη με ρόδα κι αγκάθια και ένας λαός που δεν επιλέγει πάντα το καλύτερο.

Η μόνη διασφάλιση που έχουμε ως τώρα είναι πως στο τέλος θα προκύψει εθνικό όφελος είναι ότι ανέλαβε το εγχείρημα η Γιάννα Αγγελοπούλου. Ανοιχτόμυαλη και επίκαιρη -όπως φάνηκε από την διακηρυκτική ομιλία της- και με τη χειραφέτηση που της δίνει ο χαρακτήρας της και η πείρα από την προηγούμενη διοργάνωση  εθνικού μεγέθους.

Ενώπιόν της όμως υπάρχουν δυο κίνδυνοι με ιστορικό βάθος  και  αντίστοιχες καταλυτικές συνέπειες, αν δεν αποκρουσθούν εγκαίρως. Δηλαδή εξ αρχής.

Ο πρώτος κίνδυνος είναι η μεγαλομανιακή εθνική ομφαλοσκόπηση. Η  κολακευτική εστίαση στο παρελθόν που δεν είναι πάντα και σε όλα  λαμπρό, ηρωικό και εύοσμο.

Διχασμοί, εμφύλιοι,  προδοσίες, πραξικοπήματα, ξενοδουλεία, ήττες, θηριωδίες διανθίζουν την πορεία που έφερε μια καθυστερημένη οθωμανική περιφέρεια στο κέντρο της Ευρώπης και στις 30 πιο εύπορες χώρες του πλανήτη. Με υψηλό βιοτικό επίπεδο, δημοκρατία, νομπελίστες και  παγκόσμια διάχυση προσωπικοτήτων και επιτευγμάτων.

Απαιτείται αντιμετώπιση αυτής της διαδρομής από την απόσταση που ορίζει η Ιστορία από κάθε γεγονός, κάθε πρόσωπο και κάθε περίοδο. Χωρίς εύκολη εθνολαγνεία και την επιδερμική μεγαλοστομία. 

Όχι άλλες ανιστόρητες ρητορείες σαν του προέδρου της Βουλής. Και όχι άλλες ανατριχιαστικές  συνδέσεις του Ιερού Λόχου με τους νέους που έδιωξε η κρίση, που έκανε ο Πρωθυπουργός -στην κατά τα λοιπά εύστοχη ομιλία του.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι να υποκρύπτεται στο εγχείρημα η προσπάθεια ιδεολογικής- και εν συνεχεία πολιτικής και εκλογικής- επικράτησης του κόμματος που κυβερνάει. Με άλλα λόγια να παγιδέψει ο Μητσοτάκης τη Γιάννα σε ένα κομματικό και προσωπικό σχέδιο εναντίον των υπολοίπων.

Κακά τα ψέματα, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι ένα τμήμα της ελληνικής Δεξιάς αυτοχρίζεται ιδιοκτήτης του έθνους και αποκλειστικός διαμορφωτής της  Ιστορίας του.

Η υπέρβαση που έκανε το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου -και στις μέρες ο Τσίπρας, αλλά για να να είμαστε δίκαιοι και ο Μητσοτάκης με τον Φλωράκη το 1989 έστω για λάθος λόγους – δεν αλληλο-εξουδετέρωσαν τις ευθύνες για τον εμφύλιο- που σέρνεται ακόμη στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Προηγήθηκε άλλωστε ο μεγάλος Διχασμός με ρίζες σε έριδες από τον πρώτο κιόλας χρόνο της Επανάστασης. Και ακολούθησε η χούντα –ας μη ξεχνάμε πόσο νεαρή είναι η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία: μόλις πριν από 45 χρόνια σ’ αυτή τη χώρα δεν υπήρχαν εκλογές, πολιτικά κόμματα και ελευθερία έκφρασης.

Όποιος θέλει να βγάλει τα ιστορικά απωθημένα του και τις κομματικές  ψυχώσεις του δεν χωράει σ’ αυτή τη σκηνή.

Η Δεξιά και η Αριστερά είναι φορείς προόδου της χώρας, αλλά και φυτώρια βαρβαρότητας και οπισθοδρόμησης. Οι σημερινοί εκπρόσωποί τους πρέπει να επιλέξουν τα στοιχεία της παρουσίας τους στη διοργάνωση της επετείου από τη σωστή πλευρά της παράδοσης τους.

Στροφή στο παρελθόν ή καλπασμός προς το μέλλον;

Ασφαλώς η κυρία που διευθύνει τον εορτασμό της επετείου δεν  είναι καινούργια στη πολιτική αγορά. Στην περίπτωση του 2004 κατάπιε θηρία  που είχαν τους δικούς τους υπολογισμούς για την Ολυμπιάδα.

Γι’ αυτό και τώρα αξίωσε να έχει το πάνω χέρι και άρχισε να εδραιώνει την εμπλοκή της σε όλο το πολιτικό φάσμα. Προφανώς αντιλαμβάνεται ότι οι επιμέρους κομματικές επιδιώξεις θα υπάρχουν, αλλά θα αποτελούν εμπόδια που πρέπει να υπερνικήσει.

Ο καλύτερος τρόπος είναι να εξηγηθεί με όλους από τώρα. Καθαρές κουβέντες και καθαρές σχέσεις. Ασφαλώς δεν θα σταματήσει η πολιτική ζωή λόγω της επετείου.

Αλλά όταν ο Μητσοτάκης λέει ότι το 2021 «θα γιορτάσουμε μαζί και ενωμένοι τα 200 χρόνια ελευθερίας του ελληνικού κράτους, με υπερηφάνεια για το παρελθόν μας και αυτοπεποίθηση για το μέλλον μας» μπορεί  να εννοεί ό,τι νομίζει.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να εννοεί κάτι πολύ συγκεκριμένο: αυτό που έτεμνε στη Βουλή την ομιλία του με την ομιλία της Αγγελοπούλου. Τίποτε άλλο.

Η απουσία του Αλ. Τσίπρα από τη λίστα των εναρκτήριων ομιλητών αποτελεί παράλειψη, έστω και αν ήταν «αναγκαστική» και η εθελούσια φυσική απουσία του προσωπικό του λάθος. Όταν όμως προσυπογράφει  την «ιδρυτική» πράξη της επετείου οφείλει να απονευρώσει τη συμμετοχή του κόμματος από ιδεολογικές αφηγήσεις. Χωρίς να χάνει το δικαίωμά του να μην καθίσει με σταυρωμένα χέρια αν δει πως η κυβέρνηση πάει να κάνει την επέτειο μέρος της καμπάνιας για την επανεκλογή της ΝΔ.

Χωρίς παραμορφωτικούς καθρέφτες

Γι’ αυτό η Επιτροπή  «Ελλάδα 2021»- και για τη ακρίβεια προσωπικά η Γιάννα -πρέπει να  κατοχυρώσει- και να το επικυρώνει διαρκώς- ότι έχει την αποκλειστική ευθύνη για τα εργαλεία επίτευξης δυο στόχων που είναι διακριτοί, αδιαπραγμάτευτοι και στην πράξη έχουν χαρακτήρα πρόκλησης:

Πρώτη πρόκληση: Να προβληθούν οι αξίες του ελληνικού έθνους, του πολιτισμού και της ιστορίας, χωρίς παραμορφωτικούς καθρέφτες. Χωρίς ο καταβροχθιστικό μικρόβιο του «εθνικισμού» και του «πας μη Έλλην, βάρβαρος». Με  παγκοσμιοποιημένη αντίληψη των εξελίξεων και με  διεθνοποιημένη ατζέντα όσων θα συζητηθούν.

Όπως οφείλουμε σταδιακή προσαρμογή στην ιδέα ότι η Ελλάδα έγινε κράτος στο Ναβαρίνο και όχι στην Αγία Λαύρα και αυτό διαπερνά την πορεία μας – ειδικά στη σχέση με αυτό που ονομάσθηκε εξ αρχής «Μεγάλες Δυνάμεις»- έτσι πρέπει να τοποθετηθούμε στον κόσμο με τα σημερινά δεδομένα του και με τη σημερινή μας ταυτότητα. 

Δεν ωφελεί να βλέπουμε αυτές τις αξίες «διαχρονικά» και «από τη σύσταση του ελληνικού κράτους έως σήμερα» γιατί δεν είναι ίδιες στους τρεις αιώνες  της νεότερης ιστορίας. Αλίμονο αν ήταν.

Όπως είπε η Αγγελοπούλου σήμερα στην εθνική προσπάθεια μετέχουν και όσοι δεν έχουν ως μητρική γλώσσα την ελληνική και συνεπώς το προσφυγικό είναι στοιχείο που ενσωματώνεται σ’ αυτό που αποκάλεσε «εθνική αυτογνωσία»

Και προς Θεού: η επέτειος για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση δεν έχει καμία σχέση με τα 200 χρόνια από τη Γαλλική Επανάσταση και ως εκ τούτου η αντιγραφή όσων έκαναν οι Γάλλοι το 1989 συνιστά  αποπροσανατολισμό. Όπως και η αντιγραφή του πνεύματος που διέκρινε την 100ετηρίδα είναι  αυτοκαταστροφική- αν λάβουμε υπόψη τι επακολούθησε.

Δεύτερη πρόκληση. Η μετατόπιση της εθνικής προσοχής από το παρελθόν  στο μέλλον. Το ζητούμενο για μια χώρα που μετέχει στον κοινοτικό πυρήνα της Ευρώπης- στον οποίον εκχωρεί και πρέπει να εκχωρήσει και άλλες αποφάσεις, όπως και τα λοιπά μέλη -για να υλοποιηθεί το κοινό ευρωπαϊκό όραμα- είναι και ας μην ακουστεί περίεργο: «Λιγότερη» Ελλάδα σε περισσότερη Ευρώπη.

Η σμίλευση ενιαίας εικόνας και ταυτότητας της χώρας έχει αξία μόνο αν ενταχθεί οργανικά στην ευρωπαϊκή ένταξη και την αντίστοιχη πορεία της προς ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Αλλιώς θα εγκυμονεί τον κίνδυνο να τροφοδοτήσει λογικές επανεθνικοποίησης πολιτικών και αρμοδιοτήτων. Και αυτό το στοιχείο έλειψε από την πρεμιέρα της Επιτροπής.

Ιστορία και πολιτική

Με τη σύσταση της Επιτροπής « Ελλάδα 2021» το ζητούμενο δεν είναι τι έγινε τα τελευταία διακόσια ή εκατό χρόνια. Είναι τι θα γίνει στα επόμενα εκατό ή διακόσια.

Αυτό σημαίνει ότι αν πρέπει κάπου να  χρησιμοποιήσει το κύρος της σε κάτι η Αγγελοπούλου είναι να κάνει ένα κρίσιμο διαχωρισμό: το παρελθόν να το αναλάβουν οι επιστήμονες και το μέλλον οι πολιτικοί.

Με την Ιστορία να ασχοληθούν οι ιστορικοί. Τα κόμματα να δουν από κοινού το σχέδιο της συγγραφής της από εδώ και πέρα..

Το εθνικό αφήγημα μπορεί να υπάρξει με εθνικό όφελος μόνο σε χρόνο μέλλοντα. Αλλιώς θα ξύσει τις πληγές μιας κοινωνίας που έχει εθιστεί να τις γλύφει κάθε τόσο.

Ο καθένας μπορεί να κάνει όσο αναστοχασμό θέλει με αφορμή την επέτειο. Αλλά αν είναι να τον στέλνει να ψήνει χοιρινό κρέας έξω από προσφυγικούς καταυλισμούς θα γίνουμε ζούγκλα, που θα τροφοδοτείται από την τοξικότητα των εθνικών μύθων. Σαν τα τροπικά δάση που τρέφονται από τη σήψη  τους.

Χρειαζόμαστε την ιστορική ανασκόπηση ως βάση εκκίνησης μιας αναζωογονημένης πορείας προς το μέλλον. Όχι για να ανακυκλώσουμε   ψευδαισθήσεις, πάθη και υπερβολές  μιας τεχνητής αντίληψης της Ιστορίας.

Τις τραγικές συνέπειες που θα έχει αυτό μπορεί να εξηγήσει στα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής ο διαπρεπής ιστορικός μέλος της, που προσέγγισε με   την μεγαλύτερη ψυχραιμία τους θριάμβους και τους ολέθρους μας.

Ο ρόλος των κομμάτων

Η Γιάννα Αγγελοπούλου έδειξε με την «εισήγησή της» ότι επιδιώκει να εμπνεύσει την κοινωνία, εν όψει του προγράμματος της επετείου. Το έχει  ξανακάνει και πλέον είναι πρωτίστως δοκιμασμένη μάνατζερ με προσωπικό σθένος και διεθνή κυκλοφορία.

Αν σ’ αυτό προστεθεί η οικογενειακή ανιδιοτέλεια και η κουλτούρα εθνικού ευεργέτη των Αγγελόπουλων, η οργανωτική πλευρά της επετείου είναι διασφαλισμένη.

Αλλά σ’ αυτό το έργο συμπρωταγωνιστεί εξ ορισμού με τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας. Τα κόμματα έχουν τον πρώτο λόγο στο κεντρικό στοίχημα της επετείου: την εθνική συμφιλίωση.

Το 2021 δεν είναι κυβερνητική υπόθεση, όπως ελπίζουν κάποιοι κοκορόμυαλοι της Δεξιάς. Όπως δεν είναι και πεδίο για αντιπολίτευση όπως νομίζουν κάποιοι αφελείς της Αριστεράς.

 Αν ο Μητσοτάκης -που έχει την πρωτοβουλία ως Πρωθυπουργός- και ο Τσίπρας – τον οποίο ορθά η Γιάννα έβαλε στο κάδρο, ως αρχηγό της μείζονος αντιπολίτευσης- δεν συμφωνήσουν, με ειλικρίνεια και αίσθημα ευθύνης,  σ’ αυτό θα «δοξάσουμε» το  1821. Αλλά μετά μπορεί να θρηνήσουμε το 2021. Δεν θα είναι η πρώτη φορά.