ΔΙΜΕΑ: Συνεχείς οι έλεγχοι κατά της αισχροκέρδειας

Ανυπολόγιστες καταστροφές σε επιχειρήσεις, παραγωγικές μονάδες, αγροτική παραγωγή, νοικοκυριά και υποδομές έχουν προκαλέσει τα ακραία φυσικά φαινόμενα που έπληξαν τη χώρα μας. Τόσο οι μεγάλες πυρκαγιές του καλοκαιριού όσο και οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες, λόγω της κακοκαιρίας Daniel, απέδειξαν με τον πιο δραματικό τρόπο ότι η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημία στην ελληνική οικονομία και το επιχειρείν προκαλώντας αρρυθμίες στην αγορά, εκτοξεύοντας τις τιμές αλλά και αδειάζοντας τα ράφια από βασικά είδη διατροφής.

Στο μεταξύ, συνεχείς είναι οι έλεγχοι από τα κλιμάκια ελεγκτών της ΔΙΜΕΑ τόσο στη Θεσσαλία όσο και στην υπόλοιπη χώρα για την αποτροπή φαινομένων αισχροκέρδειας ενώ, ειδικά για την Θεσσαλία, έχει ζητηθεί από σούπερ μάρκετ και αλυσίδες ηλεκτρικών ειδών και επίπλων να προχωρήσουν σε εκπτώσεις, τουλάχιστον 20%, προς τους καταναλωτές, σε τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης, έπιπλα και ηλεκτρικά είδη. Τα κλιμάκια των ελεγκτών ελέγχουν και την τήρηση της νομοθεσίας σχετικά με την ανώτατη τιμή πώλησης στο εμφιαλωμένο νερό όσο και στο πλαφόν στο περιθώριο μεικτού κέρδους τόσο στα τρόφιμα όσο και στα καύσιμα και σε όλη την αλυσίδα της παραγωγικής διαδικασίας.

Την ίδια ώρα, ο πληθωρισμός στα τρόφιμα παραμένει εδώ και αρκετούς μήνες σταθερά υψηλός και σε διψήφιο ποσοστό (10,7% τον Αύγουστο) ενώ αναμένονται νέες ανατιμήσεις λόγω της μειωμένης παραγωγής αλλά και της αναμενόμενης αύξησης των εισαγωγών.

«Διανύουμε μία παρατεταμένη περίοδο αστάθειας, όπου η μόνη σταθερά είναι οι διαρκείς ανατροπές. Ανατροπές στην παγκόσμια οικονομία, τις γεωπολιτικές ισορροπίες και το εμπόριο, τις εφοδιαστικές αλυσίδες, το μοντέλο εργασίας και πολλά άλλα. Σε αυτό το περιβάλλον, οι επιχειρήσεις είναι αντιμέτωπες με μία σειρά από άμεσες προκλήσεις, όπως η οικονομική επιβράδυνση, ο υψηλός πληθωρισμός και οι επιπτώσεις του στην καταναλωτική δαπάνη, το κόστος της ενέργειας και τα υψηλά επιτόκια – προκλήσεις που, από μόνες τους, συνθέτουν μία εξαιρετικά απαιτητική ατζέντα που απαιτεί άμεσες απαντήσεις» επισημαίνει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γιώργος Παπαδημητρίου, διευθύνων σύμβουλος της EY Ελλάδος.

Στην άλλη πλευρά του φάσματος, σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν οι αυξημένες απαιτήσεις μίας ευρείας ομάδας ενδιαφερομένων μερών για την ανάληψη αποφασιστικής δράσης για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την εξασφάλιση της βιώσιμης ανάπτυξης – κάτι, που το υπενθύμισαν με τον πλέον εμφατικό τρόπο, τα δραματικά πρόσφατα γεγονότα με τις πλημμύρες στη Θεσσαλία και τις πυρκαγιές σε όλη την Ελλάδα. Αντίθετα με ό,τι πολλοί πίστευαν παλαιότερα, η ανταπόκριση σε αυτήν την κοινωνική απαίτηση, αποτελεί και ευκαιρία για τις επιχειρήσεις, καθώς μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξή τους, όπως επιβεβαίωσε και η πρόσφατη έρευνα της EY Ελλάδος, Sustainable Value Study Ελλάδα 2023. Στην EY, αυτό το ονομάζεται “value-led sustainability”, δηλαδή βιώσιμη ανάπτυξη που προκύπτει από πολιτικές που χαράσσονται με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας, για τον πλανήτη, την κοινωνία, τους εργαζόμενους και τους καταναλωτές.

Εστιάζοντας στις πληθωριστικές πιέσεις, ο κ. Παπαδημητρίου σημειώνει ότι στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες παρατηρείται μία σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. «Όπως έδειξαν τα στοιχεία της Eurostat για τον Αύγουστο, ο πληθωρισμός στη χώρα μας ήταν χαμηλότερος σχεδόν κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την Ευρωζώνη, όμως δεν πιστεύω ότι θα έχουμε και αντίστοιχη αποκλιμάκωση των πιέσεων βραχυπρόθεσμα, καθώς οι προκλήσεις είναι, καταρχάς, πολυπαραγοντικές – αρκεί να δούμε τις επιπτώσεις της συνεχιζόμενης κρίσης στην Ουκρανία, για παράδειγμα. Η αυξημένη εξάρτηση δε, της χώρας μας από τις εισαγωγές, την καθιστούν και πιο ευάλωτη σε αυτές τις πιέσεις και για αυτό βλέπουμε να επιμένουν τα φαινόμενα ακρίβειας. Θα πρέπει, βέβαια, να δούμε και τις επιπτώσεις των πρόσφατων φυσικών καταστροφών» επισημαίνει.

Παράλληλα, τονίζει ότι «εκτός από την εκτίναξη του κόστους της ενέργειας, είμαστε αντιμέτωποι με ελλείψεις βασικών πρώτων υλών και ηλεκτρονικών εξαρτημάτων, με αυξήσεις στα σιτηρά και άλλα τρόφιμα, με την αύξηση των επιτοκίων και μια «σφικτή» αγορά εργασίας. Προφανώς, αυτό είναι κάτι που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αυξάνοντας το λειτουργικό κόστος, συμπιέζοντας τα περιθώρια κέρδους και ‘‘χτυπώντας” τη ρευστότητά τους, κάτι που με τη σειρά του μετακυλίεται προς την αγορά». Σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι επιχειρήσεις που θα διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους θα είναι εκείνες που θα «ποντάρουν» στον ολιστικό μετασχηματισμό τους – στην αξιοποίηση, κυρίως, νέων τεχνολογιών, στην ενεργειακή μετάβασή τους και τον επανασχεδιασμό των αλυσίδων εφοδιασμού τους. «Και βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ειλικρινής στάση απέναντι στον καταναλωτή και η άμεση απόκριση στις ιδιαίτερες ανάγκες και προσδοκίες του, είναι από μόνη της ένα πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού» τονίζει.

Μεγάλες οι προκλήσεις για οικονομία και επιχειρήσεις

Η ΕΥ παρακολουθεί την εξέλιξη της ελκυστικότητας της χώρας ως επενδυτικού προορισμού, μέσω της ετήσιας έρευνας, Attractiveness Survey Ελλάδα, η οποία καταγράφει τις απόψεις της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας. Τα ευρήματα της εφετινής, πέμπτης κατά σειρά, έρευνας θα ανακοινωθούν στις αρχές Οκτωβρίου και θα έχουν, για μία ακόμη χρονιά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον. «Αυτό που μπορώ να σας πω σήμερα, ως γενική παρατήρηση, είναι ότι η εικόνα της χώρας, αλλά και οι πραγματικές της επιδόσεις, παρουσιάζουν πρόοδο τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά το δυσμενές παγκόσμιο περιβάλλον. Η Ελλάδα έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως η ποιότητα ζωής, το ανθρώπινο κεφάλαιό της, οι υποδομές, αλλά και η γεωγραφική της θέση ως νοτιοανατολική πύλη της Ευρώπης, σε μία περίοδο που οι μεγάλες επιχειρήσεις επανεξετάζουν τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες» αναφέρει ο κ. Παπαδημητρίου. Ωστόσο, σημειώνει ότι «η μάχη για την προσέλκυση επενδύσεων είναι σκληρή και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Έχουμε ακόμη σημεία που χρίζουν περαιτέρω βελτίωσης και πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, ιδιαίτερα στους τρεις τομείς που έχουν ειδικό βάρος στις επενδυτικές αποφάσεις: τις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού, τον ρυθμό της ψηφιοποίησης της οικονομίας, καθώς και τις πολιτικές για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή».

Από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις πρέπει να παραμείνουν εστιασμένες στις μεγάλες τάσεις που φαίνεται να έχουν μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στην κοινωνία, την οικονομία και το επιχειρηματικό τοπίο. «Αναφέρομαι ειδικότερα, στο στοίχημα του ψηφιακού μετασχηματισμού, σε όλες τις προεκτάσεις του, αγγίζοντας μέχρι και το reskilling/upskilling του ανθρώπινου κεφαλαίου. Εδώ, είναι κρίσιμο να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση και να γίνουν επενδύσεις σε ψηφιακές τεχνολογίες που αλλάζουν ριζικά την αγορά, όπως για παράδειγμα η τεχνητή νοημοσύνη. Εξελισσόμενο με ιλιγγιώδη ταχύτητα, το AI έχει αναδειχθεί σε επιχειρηματικό κεφάλαιο και καταλύτη ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας, οδηγώντας σε νέα επιχειρηματικά μοντέλα, νέα προϊόντα, ακόμη και νέους τρόπους εργασίας. Και μιλάμε για μία ‘‘επανάσταση” που δεν αφορά αυστηρά τις επιχειρήσεις, αλλά τη βλέπουμε ακόμη και στην καθημερινή ζωή μας, με το πόσο προσβάσιμο έχει γίνει, για παράδειγμα, το generative AI στον καθένα από εμάς, με το πάτημα μόνο ενός κουμπιού» τονίζει ο κ. Παπαδημητρίου.

Την ίδια ώρα ο μετασχηματισμός των ελληνικών επιχειρήσεων καθίσταται επιτακτική ανάγκη και προϋπόθεση για να μπορέσουν να αναπτυχθούν δυναμικά και να επιτελέσουν τον ρόλο τους ως κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. «Πολλοί μιλούν για τον μετασχηματισμό και σκέφτονται – κυρίως ή και αποκλειστικά – τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας και η ενσωμάτωσή της σε κάθε πτυχή της λειτουργίας του οργανισμού αποτελεί, προφανώς, προϋπόθεση επιβίωσης για τις επιχειρήσεις. Στην ΕΥ, όμως, αντιλαμβανόμαστε τον μετασχηματισμό ως κάτι πολύ ευρύτερο και ενιαίο, που αγγίζει σχεδόν κάθε πτυχή της οργάνωσης και λειτουργίας των οργανισμών και βασίζεται σε τρεις πυλώνες: o πρώτος, είναι οι άνθρωποι, που πρέπει να είναι στο επίκεντρο κάθε μετασχηματισμού, ο δεύτερος, η ταχεία και αποτελεσματική αξιοποίηση τεχνολογικών λύσεων και, ο τρίτος, η ανάπτυξη της καινοτομίας σε κλίμακα» υπογραμμίζει ο διευθύνων σύμβουλος της EY Ελλάδος.

Η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι μικρού και μεσαίου μεγέθους, γεγονός που γεννά και ιδιαίτερες ανάγκες μετασχηματισμού, άρα και μία πιο στρατηγική στόχευση σε περιοχές που μπορούν να τους προσδώσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. «Πιστεύουμε, ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να προσεγγίσουν τον μετασχηματισμό τους ολιστικά, για να φέρουν πραγματικά αποτελέσματα. Υπάρχουν, ευτυχώς, αρκετά ευρωπαϊκά και εγχώρια προγράμματα χρηματοδοτήσεων σήμερα, με πρώτο το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που στηρίζουν αυτόν τον μετασχηματισμό, τα οποία πρέπει να αξιοποιήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Για να μπορούμε να μιλάμε για την ‘‘Ελλάδα 2.0”, είναι απαραίτητο να κάνει και το σύνολο του ελληνικού επιχειρείν την αναβάθμιση προς την ‘‘Επιχείρηση 2.0”» επισημαίνει.

Ποια βήματα όμως πρέπει να γίνουν προκειμένου οι επιχειρήσεις να κερδίσουν τη δύσκολη μάχη της εξωστρέφειας, της καινοτομίας και της ανάπτυξης; Σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου, το ζήτημα της εξωστρέφειας είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις και την οικονομία. Η χαμηλή συμμετοχή των εξαγωγών στο ΑΕΠ είναι μία από τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και, σε συνδυασμό με τα δημοσιονομικά ελλείμματα, ένας από τους βασικούς παράγοντες που οδήγησαν στην οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Έκτοτε έχουν γίνει βήματα προόδου προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά χρειάζονται ακόμη να γίνουν πολλά.

Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθύνων σύμβουλος της EY Ελλάδος, η μάχη των εξαγωγών προϋποθέτει επενδύσεις στην ποιότητα, την καινοτομία, το ανθρώπινο δυναμικό, την ποιότητα των προϊόντων και της εξυπηρέτησης. Μία από τις κύριες αιτίες των χαμηλών εξαγωγικών επιδόσεων της χώρας είναι και το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων. Μόνο αν αποκτήσουν αυτό που ονομάζουμε ‘‘κρίσιμη μάζα”, θα μπορέσουν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, να επενδύσουν στην καινοτομία και να αποκτήσουν οι εξαγωγές μας υψηλότερο τεχνολογικό περιεχόμενο και μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία.

«Μεγέθυνση των επιχειρήσεων, εξωστρέφεια και αύξηση της παραγωγικότητας, μπορούν να δημιουργήσουν έναν ‘‘ενάρετο κύκλο”, που θα ενισχύσει τις επιδόσεις της χώρας. Έχουμε, ευτυχώς, πολλά παραδείγματα ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο, με εξαιρετικά αποτελέσματα, και οφείλουμε να τα χρησιμοποιήσουμε ως σημεία αναφοράς» υποστηρίζει ο κ. Παπαδημητρίου και συμπληρώνει: «Πιστεύω ότι, όπως σε όλους τους τομείς της ζωής μας, χρειαζόμαστε παραδείγματα αριστείας που να μπορούν να λειτουργήσουν σαν πηγή έμπνευσης – πόσο μάλλον σε μία τόσο απαιτητική εποχή. Και στην επιχειρηματικότητα, συνεπώς, οφείλουμε να αναδεικνύουμε και να επιβραβεύουμε την αριστεία. Όλα αυτά που συζητήσαμε νωρίτερα – ο μετασχηματισμός της οικονομίας, η δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας, η καινοτομία, η εξωστρέφεια, η ανταγωνιστικότητα – προϋποθέτουν επιχειρηματίες με όραμα, πάθος για δημιουργία, διάθεση ανάληψης ρίσκου, κατανόηση των μεγάλων προκλήσεων και αλλαγών της εποχής μας, αλλά και συναίσθηση του κοινωνικού και περιβαλλοντικού τους ρόλου. Αυτούς ακριβώς τους επιχειρηματίες-πρότυπα επιθυμεί να αναδείξει ο θεσμός του Έλληνα ‘‘Επιχειρηματία της Χρονιάς”, που και εφέτος η EY Ελλάδος έχει τη χαρά να διοργανώνει στη χώρα μας, και θα ήθελα, και από το βήμα αυτό, να καλέσω όσους πιστεύουν ότι ανταποκρίνονται σε αυτό τον ρόλο, να υποβάλουν την υποψηφιότητά τους μόλις ανοίξει η διαδικασία τις επόμενες ημέρες».