Μύθος ή πραγματικότητα οι ελληνικές εταιρείες στη Βουλγαρία;

BUSINESS STORIES

Φυγή χρήματος και ΑΦΜ σε Κύπρο και Βουλγαρία και μειωμένες επενδύσεις στην Ελλάδα.

Τα χέρια του «τρίβει» το Υπουργείο Οικονομικών της Βουλγαρίας, καθώς βλέπει σύσσωμες τις ελληνικές επιχειρήσεις να αναζητούν στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας τη «γη της επαγγελίας».  Μάλιστα το θέμα ανέδειξε και εφημερίδα της γειτονικής χώρας, η οποία πανηγύριζε για τη μεταφορά επιχειρηματικής δραστηριότητας των Ελλήνων στη Σόφια, ως αποτέλεσμα των capital controls.

Σε μικρό χρονικό διάστημα άνοιξαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, 60.000 ΑΦΜ από Έλληνες επιχειρηματίες προκειμένου να διευκολυνθούν οι τραπεζικές συναλλαγές τους και να επισπευτεί η αγορά πρώτων υλών που είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία τους. Οι επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία από ένα τέτοιο φαινόμενο είναι δραματικές και οδηγούν σε «φαύλο κύκλο», αφού όχι μόνο παραλύει ο παραγωγικός της ιστός του επιχειρείν με ταυτόχρονη άνοδο του ποσοστού ανεργίας, αλλά παράλληλα καταγράφεται σημαντική μείωση των κρατικών εισφορών από το μεταναστευτικό επιχειρηματικό «κύμα».

Ιδιαίτερα ανήσυχος εμφανίζεται ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Βασίλης Κορκίδης, αφού βάσει στοιχείων η επιχειρηματική μετανάστευση που ξεκίνησε μετά τα capital controls, αναμένεται να συνεχιστεί και το 2016 λόγω των πρόσθετων φόρων ύψους 2,2 δισ. ευρώ που θα επιβληθούν φέτος στους Έλληνες επιχειρηματίες. Ο ίδιος τονίζει πως τα τελευταία χρόνια πολλές επιχειρήσεις από τη Βόρεια Ελλάδα βρίσκουν «επαγγελματική στέγη» στην Βουλγαρία, ιδρύοντας εταιρείες με 300 ευρώ και 10% φορολογία.

 

«Τουλάχιστον 10.000 αιτήσεις είναι σε αναμονή ίδρυσης εταιρειών στην Κύπρο. Δεν λένε, ωστόσο, τίποτα για το ποσοστό ανάπτυξης που καταγράφει η βουλγαρική οικονομία, το οποίο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Αν μια ελληνική επιχείρηση έχει δυνατό προϊόν θα πρέπει να στραφεί σε μια ισχυρή οικονομία της Ευρωζώνης και να αναμετρηθεί με τους καλύτερους. Να δραστηριοποιηθεί σε χώρες όπως η Αγγλία, η Γερμανία και η Γαλλία και όχι στη Βουλγαρία» αναφέρει σχετικά.

Παράλληλα, ο κ. Κορκίδης κατηγορεί το Ελληνο-Βουλγαρικό Επιμελητήριο για ανθελληνικές πρακτικές που αποδυναμώνουν την οικονομία της χώρας, ενώ κάνει λόγο για αποχώρηση ελληνικών επιχειρήσεων με διαδικασίες που δεν είναι διαφανείς. Κατά τη γνώμη του, ο ρόλος των διμερών επιμελητηρίων θα πρέπει να περιοριστεί και οι διεργασίες να γίνονται κυρίως μέσω των εμπορικών ακολούθων.

«Οι επιχειρήσεις που μετέφεραν την έδρα τους στη Βουλγαρία δεν ξεπερνούν τις 300»
Το θέμα πάντως προσπάθησε να υποβαθμίσει ο Πρόεδρος του Ελληνο-βουλγαρικού Επιμελητηρίου, Παναγιώτης Κουτσίκος, που κάνει λόγο για στρέβλωση της πραγματικότητας και ψευδή στοιχεία. Όπως τονίζει στο Fortunegreece.com, κατά την περίοδο των capital controls ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων που μετέφεραν την έδρα τους στη Βουλγαρία δεν ξεπερνά τις 300 και το νούμερο εξήντα χιλιάδες δεν αφορά παρά στον αριθμό των ΑΦΜ που άνοιξαν από Έλληνες επιχειρηματίες που διατηρούσαν χρήματα στο εξωτερικό και τα μετέφεραν στην Βουλγαρία για την ομαλή διεξαγωγή των συναλλαγών τους.

Αυτή τη στιγμή από τις συνολικά 11.500 ελληνικών συμφερόντων βουλγαρικές επιχειρήσεις, ο κ. Κουτσίκος τονίζει πως μόλις οι 1.000 είναι ενεργές και λειτουργούν με τη μορφή θυγατρικών εταιρειών. «Πριν από περίπου 3 χρόνια δημιουργήθηκαν περί τις 4.500 – 5.000 εταιρείες και ο κύριος λόγος ήταν η αγορά ακινήτων ή χερσαίων εκτάσεων. Παράλληλα, η αύξηση των τελών κυκλοφορίας στα αυτοκίνητα οδήγησε στο άνοιγμα άλλων 5.000 επιχειρήσεων που έδωσαν σε Έλληνες τη δυνατότητα αγοράς αυτοκινήτων με ξένες πινακίδες».

«Μόλις 2 στις 100 επιχειρήσεις σχεδιάζουν επενδύσεις»
Για αποεπένδυση και απαξίωση των υφιστάμενων παραγωγικών δομών της χώρας κάνει λόγο ο Πρόεδρος της ΓΕΣΒΒΕ, Γιώργος Καβαθθάς, υπογραμμίζοντας πως στην τελευταία σχετική έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Αύγουστος 2015) καταδεικνύεται ότι μόλις 2 στις 100 επιχειρήσεις σχεδιάζουν να επενδύσουν, ενώ το 46,2% είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθεί σε αποεπένδυση. « Με την εφαρμογή των κεφαλαιακών περιορισμών, και ενδεχομένως λίγο πριν το κλείσιμο των τραπεζών, ο βασικός στόχος της μεταφοράς της επιχειρηματικής έδρας ήταν η διασφάλιση της ρευστότητας και της ομαλής ροής της εισαγωγικής και εξαγωγικής δραστηριότητας.

Άλλωστε, οι στρεβλώσεις που διαμορφώθηκαν στην αγορά χρήματος (ηλεκτρονικές συναλλαγές, έλλειψη τερματικών μηχανών POS) είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην ανταγωνιστική θέση των μικρών επιχειρήσεων. Σήμερα, οι προβλέψεις του τρίτου μνημονίου και οι εξαντλητικές ρυθμίσεις έχουν ωθήσει τις επιχειρήσεις να σχεδιάζουν τρόπους διαφυγής από το οικονομικό αδιέξοδο».

Ο ίδιος εξηγεί πως οι βασικοί λόγοι που οι επιχειρήσεις σήμερα μεταναστεύουν είναι τρεις: α)άνοιγμα επιχειρηματικής μερίδας σε άλλη χώρα (έκδοση ΑΦΜ) προκειμένου να είναι προετοιμασμένοι για μελλοντικές- κατά βάση αρνητικές- εξελίξεις, β) μεταφορά κεφαλαίων σε άλλη χώρα προκειμένου να υπάρχει η απαραίτητη ρευστότητα για την εξυπηρέτηση των παραγγελιών/ προμηθειών πρώτων υλών και πρόσβαση στη χρηματοδότηση και γ) η μεταφορά δραστηριοτήτων της επιχείρησης.

«Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως ενώ ο φορολογικός ανταγωνισμός έχει επιδεινώσει τη θέση της χώρας ως προς την προσέλκυση νέων επενδύσεων ή τη διατήρηση των υφιστάμενων παραγωγικών μονάδων, δεν έχει επιφέρει σημαντικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα στις χώρες προορισμού (Κύπρος και Βουλγαρία), γεγονός που καταδεικνύει ότι τα φορολογικά κίνητρα πρέπει να συνδέονται και με υψηλό βαθμό ωρίμανσης των οικονομικών θεσμών».