Σε «οδικό χάρτη» για το επόμενο μνημόνιο εξελίσσεται η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος χάρη στις τεράστιες καθυστερήσεις και τις παλινωδίες της κυβέρνησης και (δευτερευόντως πια) χάρη στην κόντρα ΕΕ και ΔΝΤ για τα πλεονάσματα και το χρέος, καθώς φαίνεται ότι αυτοί τα έχουν βρει.
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν αυτός ο «χάρτης», ο οποίος δεν έχει συμπληρωθεί ακόμη, οδηγεί στο λεγόμενο «Mνημονιο 3 Plus» πριν τις λήξεις των ομολόγων του Ιουλίου ή σε ένα «κανονικό» 4ο Μνημόνιο αν η κυβέρνηση επιλέξει την (πολύ επικίνδυνη) τακτική να παίξει με τη φωτιά τον Ιούλιο, αναμένοντας τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και μια νίκη του Μάρτιν Σουλτς έναντι της Άνγκελα Μέρκελ.
«Η απόσταση σε όλα τα σημαντικά ζητήματα είναι μεγάλη και δύσκολα θα γεφυρωθεί έως το Eurogroup της 20ής Μαρτίου». Σε αυτήν τη φράση συνοψίζουν πηγές με άμεση γνώση της διαπραγμάτευσης το σημείο διακοπής των συνομιλιών της ελληνικής πλευράς με τους δανειστές.
Ολα τα ακανθώδη θέματα παραμένουν ακόμη στο τραπέζι, καθώς οι θεσμοί δεν έχουν υποχωρήσει στο ελάχιστο από την απαίτησή τους για μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ τη διετία 2019-2020, αγνοώντας τα επιχειρήματα της κυβέρνησης, για την υπεραπόδοση των στόχων, ώστε να μειωθεί το ποσό κατά περίπου 900 εκατ. ευρώ. Ευρωπαίοι και ΔΝΤ επιμένουν σε περικοπή του αφορολογήτου μισθωτών και συνταξιούχων στα 5.900 ευρώ από 8.636 ευρώ σήμερα, με εφαρμογή από την 1/1/2019, ώστε να εισπραχθούν επιπλέον 1,8 δισ. ευρώ (1% του ΑΕΠ) και στη μείωση όλων των υφιστάμενων κύριων συντάξεων έως 30% από το 2020, με στόχο την εξοικονόμηση του υπόλοιπου 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ευρώ), μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς.
Το κουαρτέτο απορρίπτει τις προτάσεις του οικονομικού επιτελείου για τα αντίμετρα, τα οποία θα εφαρμοστούν σε περίπτωση υπεραπόδοσης των δημοσιονομικών στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ και αφορούν σε μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ, αλλά και στον ΦΠΑ, καθώς και σε επιδόματα ή αυξήσεις σε συντάξεις, στο πρότυπο του επιδόματος που δόθηκε τα Χριστούγεννα και ονομάστηκε «13η σύνταξη». Οι δανειστές υποστηρίζουν πως πρόκειται για διαφορά στη φιλοσοφία των μέτρων, καθώς εκείνοι επιμένουν στον αναπτυξιακό χαρακτήρα των αντιμέτρων και συγκεκριμένα:
– Στη μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων.
– Στη μείωση του ανώτατου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, που σήμερα διαμορφώνεται σε 45%.
– Σε μειώσεις στις εργοδοτικές και εργατικές εισφορές.
– Σε μεγαλύτερη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες προμηθευτές.
Το ΔΝΤ κρατά τα κλειδιά της συμφωνίας
Ο χρόνος μετράει αντίστροφα και, όπως υποστηρίζουν ανώτεροι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, «τον Μάιο θα είναι πολύ αργά», θέλοντας να τονίσουν το αίσθημα του επείγοντος για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Οι συζητήσεις και οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν τις επόμενες ημέρες μέσω τηλεδιασκέψεων, ωστόσο το κλειδί αυτήν τη φορά κρατά το ΔΝΤ. «Οι Ευρωπαίοι το θέλουν οπωσδήποτε μέσα στο πρόγραμμα και το Ταμείο έχει κάθε λόγο να εξαντλήσει την αυστηρότητά του. Είναι εύκολο γι’ αυτούς», τονίζουν ανώτεροι αξιωματούχοι των θεσμών, συμπληρώνοντας πως «το ΔΝΤ δεν θέλει να μπει στο πρόγραμμα, άρα δεν πρόκειται να κάνει καμία ουσιαστική υποχώρηση και θα πιέζει έως το τέλος για να επιβάλει τους δικούς του όρους».
Πηγές του ΔΝΤ, πάντως, αφήνουν ανοιχτό παράθυρο να δεχθούν οι μειώσεις των συντάξεων να ισχύσουν από το 2020 και όχι από το 2019, υποστηρίζοντας πως «δεν είναι κάτι που μπορεί να χαλάσει τη συμφωνία», τονίζουν όμως ότι η όποια μείωση θα εφαρμοστεί εφάπαξ και όχι σε δόσεις, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση.
Την ίδια ώρα, ευρωπαϊκές πηγές στέλνουν το μήνυμα ότι οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να χαλαρώσουν μετά το 2021, μόνο όμως υπό την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση «θα τα δώσει όλα στα διαρθρωτικά», δηλαδή στα εργασιακά, στο αφορολόγητο, στις συντάξεις, στην απελευθέρωση όλων των αγορών και στις ιδιωτικοποιήσεις.